Ομιλία Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ.κ. Ιουστίνου στην Σύναξη Νέων – Έτος 2016

Photo 2-1-16, 12 19 57 μμ

Σεβασμιώτατε Αρχιεπίσκοπε Κρήτης πολυσέβαστε πατέρα Ειρηναίε, μ’αρέσει να χρησιμοποιώ αυτή την έκφραση, προτιμώ από κύριε Ειρηναίε, διότι πραγματικά η μέχρι τώρα ποιμαντορία σας, βιοτή σας, η παρουσία σας μέσα στο χώρο της εκκλησίας,αποδεικνύει ότι είστε αληθινός πατέρας και ποιμένας πολλών ανθρώπων και πολλών ψυχών και δίπλα σας ο άλλος ακριβώς αισθάνεται ότι είναι υιός, είναι τέκνον και όχι ένα νούμερο,ένα ασήμαντο πρόσωπο.

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Κυδωνίας και Αποκορώνου πατέρα Δαμασκηνέ, φίλε, αδερφέ από τα φοιτητικά χρόνια, από τότε που παλεύαμε να μάθουμε τα Θεία, δεν ξέρω αν τα μάθαμε καλά, πάντως, τουλάχιστον εγώ δεν τα έμαθα τα Θεία καλώς. Σεβαστοί πατέρες, Οσιολογιοτάτη γερόντισσα της μονής αυτής, αγαπητές αδελφές, νέοι και νέες και όσοι αισθάνεστε νέοι και νέες. Διότι,αυτό που χαρακτηρίζει κάποιον ως νέο ή κάποια ως νέα, δεν είναι τόσο η ηλικία, όσο η καρδιά και το φρόνημα. Πριν ξεκινήσω την φτωχή και άτεχνη κουβέντα μας, γιατί δε θα’θελα αυτή η ομιλία να είναι ένας στείρος και ξηρός και μονόλογος, άλλωστε αν πας να μιλήσεις σε νέους ανθρώπους στείρα,δηλαδή μονολογικά,είσαι ήδη αποτυχημένος.Πριν ξεκινήσω λοιπόν,αυτή τη φτωχή,όσον αφορά εμένα κουβέντα μας, αισθάνομαι την ανάγκη, να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου, πρώτα τον άγιο Κρήτης, διότι αισθάνομαι την αγάπη του και την τιμή που δείχνει προς το φτωχό πρόσωπό μου πάντοτε να με περιβάλλει και δίπλα του αισθάνομαι πολύ άνετα. Δεύτερον, τον ποιμενάρχη αυτού του τόπου τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου, διότι με την δική του πρόσκληση και ευλογία, βρίσκομαι στη σημερινή σύναξη αλλά να τον ευχαριστήσω γενικότερα για την ευλογία που μου παρέχει, κάθε φορά που έρχομαι στα Χανιά, να λειτουργώ και να ιερουργώ. Έπειτα, να ευχαριστήσω την πολυσέβαστη γερόντισσα της μονής,, τη γερόντισσα Θεοξένη, που κάτω από την δική της μητρική σκέπη, όλα αυτά τα χρόνια πραγματοποιείται η σύναξη αυτή των νέων, η οποία πλέον έγινε παγκρήτια σύναξις των νέων. Τις αδελφές της μονής να ευχαριστήσω, διότι κοπιάζουν και κοπίασαν πάρα πολύ για αυτή τη σύναξη και έπειτα να ευχαριστήσω όλους εσάς, που σας έχω απέναντί μου, για την υπομονή να με ακούσετε.

‘Οταν κουβέντιασα με την γερόντισσα για το θέμα της συνάξεως, μου λέει: “Πάτερ τί θα θέλατε να πείτε στα παιδιά;” Αναπαύομαι πάρα πολύ όταν μου δίνουν ένα θέμα. Όταν πρόκειται εγώ να επιλέξω το θέμα, δυσκολεύομαι. Έτσι ήμουν και στην έκθεση. Δηλαδή, στην έκθεση πάντα δυσκολευόμουν στην αρχή, στον πρόλογο. Στο κυρίως θέμα τα πήγαινα καλύτερα. Γι’αυτό της είπα πέστε μου κάτι εσείς, μου είπε κάτι, είμαι και λίγο επιλεκτικός, δε με πολυ ανάπαυσε. Λέω να κλείσουμε το τηλέφωνο για πέντε λεπτά και να επικοινωνήσουμε πάλι για να μου πείτε τί θέμα θέλετε εσείς και τί έχω εγώ; Μου λέει: “Ναι πάτερ”. Επικοινωνήσαμε σε δέκα λεπτά, όχι σε πέντε και όταν της είπα “Δε βρίσκω θέμα, αλλά κάτι έχω στο νου μου, δεν ξέρω αν θα σας αναπαύσει”. Μου λέει, “Ποιο είναι το θέμα;” Λέω: “Μια φράση από έναν πατερικό διάλογο”. Μου λέει: “Ποιο είναι:” και της είπα το θέμα της σημερινής πτωχής μας εισηγήσεως. Ει έχεις καρδία,δύναται σωθήναι. Της άρεσε της γερόντισσας το θέμα, μου άρεσε κι εμένα, συμφωνήσαμε και να που σήμερα είμαι εδώ ενώπιον σας, με διάθεση όπως σας είπα, όχι να σας διδάξω, δεν έχω αυτή την ψευδαίσθηση, αλλά να σας καταθέσω μερικές σκέψεις μου, πάνω σε ένα θέμα το οποίο νομίζω είναι πολύ βασικό για την πνευματική μας υποδομή.

Καλή ώρα, κουβέντιαζε ένας νέος μοναχός με τον γέροντα του και του έλεγε “ Ήρθα εδώ στη σκήτη, ήρθα με ζήλο, με ενθουσιασμό, ήρθα με όνειρα, ήρθα με χαρά και βλέπω ότι, όσο μακραίνει ο καιρός και παραμένω εδώ, η υπόθεση της σωτηρίας μου, μου φαίνεται πάρα πολύ δύσκολα εφικτή. Δυσκολεύομαι πολύ, να αισθανθώ ότι, μπορώ, να χωρέσω σε αυτόν τον χώρο του πνευματικού αγώνα, της ασκήσεως και ευρύτερα στο χώρο της εκκλησίας. Δυσκολεύομαι πολύ να δω τις εντολές του Θεού, όχι σαν κανόνες νομικίστικους που μας βάζουν σε μια σειρά και σε μία τάξη για να μπορεί κάποια άλλη, ενδεχομένως και ο ίδιος ο Θεός να μας ελέγχει, αλλά να τους δω σαν εντολές ελευθερίας, που μου παρέχουν ελευθερία, δηλαδή να χαίρομαι όταν εφαρμόζω μια εντολή μέσα στη ζωή μου. Δυσκολεύομαι αυτά που ακούω, να τα κάνω πράξεις στη ζωή μου”. Τότε ο γέροντας τον κοίταξε μέσα στα μάτια και του είπε: Παιδί μου, “ει έχεις καρδία, δύνασαι σωθήναι. Αν έχεις καρδιά, μπορείς να σωθείς”.

DSC_4486

Νομίζω οι ενστάσεις αυτού του νέου μοναχού, είναι οι ενστάσεις και όλων ημών, όλων των νέων ανθρώπων, αλλά και ημών των μεγαλυτέρων σε ηλικία ανθρώπων. Μπαίνουμε μέσα στην εκκλησία με ενθουσιασμό, μπαίνουμε με χαρά,γνωρίζουμε ενδεχομένως ένα πρόσωπο που μας εμπνέει, ερχόμαστε στον εκκλησιαστικό χώρο, κάνουμε συνάξεις, μετέχουμε στη λατρεία, αρχίζουμε και δεχόμαστε τα μυστήρια της εκκλησίας συνειδητά πλέον, όχι παραδοσιακά λόγω του οτι βαπτιστήκαμε Χριστιανοί, αλλά του ότι θέλουμε να είμαστε Χριστιανοί και κάποια στιγμή αισθανόμαστε έναν κορεσμό εσωτερικό μέσα μας. Αρχίζουν λίγο να μας φαίνονται δύσκολα, λίγο περισσότερο κουραστικά, αρχίζουμε να ξανασκεφτόμαστε μήπως η επιλογή μας, το να είμαστε μέσα στην εκκλησία και στον χώρο της εκκλησίας ήταν καλή επιλογή. Ερχονται και λογισμοί που μου λένε ότι, μάλλον έκανες λάθος, που έμπλεξες με την εκκλησία και με τους ιερείς, αλλά τώρα πώς θα κάνεις πίσω; Κι εκεί που όταν διαβάζαμε ένα κομμάτι από το Ευαγγέλιο, συγκινούμασταν, ενθουσιαζόμασταν και χαιρόμασταν, ξαφνικά αρχίζουν όλα αυτά να μας φαίνονται δυσβάσταχτα. Τί φταίει; Είναι πράγματι ο χώρος αυτός που κληθήκαμε να ζήσουμε η εκκλησία, ένας χώρος που τελικά είναι χώρος εξαναγκασμού της ανθρώπινης ύπαρξης και συνείδησης και υποταγής σε κάποιους νόμους και κανόνες, έστω ευαγγελικούς ή πατερικούς ή είναι η εκκλησία κάτι άλλο; Και γιατί να υπάρχουν άνθρωποι που να βλέπουν την εκκλησία ως χώρο ελευθερίας, χάριτος και χαράς και να υπάρχουν άλλοι άνθρωποι σαν κι εμάς, επί παραδείγματι που να αισθανόμαστε ουι στην εκκλησία πνιγόμαστε, ασφυκτιούμε. Και οτι αυτό που προσφέρει ως βασική δωρεά η εκκλησία, που είναι η σωτηρία, είναι μια ανέφικτη υπόθεση. Δεν είναι για μας, ίσως να είναι για άλλους, αλλά για εμάς δεν είναι. Όλες αυτές οι ενστάσεις εν μέρει παιδιά, είναι δικαιολογημένες ενστάσεις και όλα αυτά τα βιώματα είναι δικαιολογημένα βιώματα, είναι αδύνατον να μην περάσει ένας αγωνιστής από αυτό το στάδιο, της δευτέρας αμφισβήτησης όπως την ονομάζω εγώ, δηλαδή το να αμφισβητήσεις τον Θεό και την εκκλησία, μέσα στην εκκλησία, όταν πλέον συνειδητά έχεις εισέλθει μέσα στην εκκλησία.

Πώς μπορεί όμως ο άνθρωπος να εξέλθει από αυτή την κατάσταση; Την απάντηση μας τη δίδει ο γέροντας του γεροντικού. Εάν έχεις καρδιά, μπορείς να σωθείς. Δηλαδή δεν έχουμε καρδιά; Είναι το πρώτο ερώτημα που εύκολα μπορούμε να θέσουμε. Αν έχουμε καρδιά.Για να ρωτήσουμε όμως αν έχουμε κάτι, πρέπει να γνωρίζουμε, αυτό που έχουμε. Πρέπει να το γνωρίζουμε καλά. Ετσι λοιπόν καλό θα είναι να δούμε, τί είναι καρδιά στην πατερική και στην αγιογραφική διδασκαλία. Ο απόστολος Πέτρος μιλάει για τον βαθύτερο, των έσω της καρδίας άνθρωπο. Θέλωντας να δώσει μια απάντηση, για το ποιος είναι ο άνθρωπος, ο πνευματικός άνθρωπος, λέγει οτι ο πνευματικός άνθρωπος είναι η βαθεία καρδία του. Κι όταν λέμε καρδία, στην ορθόδοξη θεολογία φυσικά δεν εννοούμε αυτό τον μυ τον ευαίσθητο, ο οποίος καθώς χτυπάει σε τακτικούς χτύπους, διοχετεύει και φιλτράρει το αίμα και το διοχετεύει στα άλλα μέλη του σώματος, για να μπορέσουν να ζήσουν στον εγκέφαλο και στα άλλα μέρη του σώματος. Αλλά όταν λέμε στην πατερική και αγιογραφική ορολογία καρδιά, εννοούμε όλον τον άνθρωπο, τον σύνολο άνθρωπο, την ύπαρξη όλου του ανθρώπου. Σε αυτόν τον χώρο ακριβώς, σε αυτόν τον σύνολο πνευματικό άνθρωπο, απευθύνεται το πνεύμα του Θεού πολλές φορές. Κι εκεί μέσα κατασκηνώνει, από την ημέρα της βαπτίσεως μας έως και την ώρα του θανάτου μας, αλλά και μετά από την ώρα του θανάτου μας. Στρέφεται ο Θεός προς την καρδία του ανθρώπου, προς την πνευματική του δηλαδή ύπαρξη. Καθημερινά το πνεύμα του Θεού λέει, επιφέρεται, όπως επιφερόταν πάνω από τα ύδατα, πριν την δημιουργία του κόσμου. Δείτε πόσο μας αγαπάει ο Θεός. Επιφέρεται πάνω από την καρδιά μας, από την ύπαρξη μας την πνευματική. Το λέει ο Ιώβ, αυτό που σας λέγω. Είναι κατενευκτής Θεού ο άνθρωπος. Δηλαδή, όλη του την προσοχή ο Θεός, την κατευθύνει προς την πνευματική ύπαρξη του ανθρώπου, προς την καρδιά του. Και την κατευθύνει προς την καρδία του ανθρώπου γιατί, γιατί εκεί είναι ο φυσικός χώρος της υπάρξεως του Θεού μέσα στην ανθρώπινη φύση. Για να το καταλάβουμε καλύτερα, εκεί είναι η φάτνη, όπου γεννιέται αενάως ο Θεός μας. Προσέξτε τί λέω παιδιά. Δεν λέω γεννήθηκε στην φάτνη της υπάρξεως μας ο Θεός. Αλλά γεννάται συνεχώς και διαρκώς ο Θεός. Δεν είναι μια στιγμιαία κατάσταση η γέννηση του Θεού μέσα στην καρδιά μας. Αλλά είναι μια διαρκής κατάσταση. Ο Θεός συνεχώς γεννάται μέσα στην ύπαρξη του ανθρώπου. Γεννάται λοιπόν ο Θεός μέσα στην ύπαρξη του ανθρώπου, μέσα στην πνευματική του καρδιά. Θέλει να γεννάται. Αλλά αν ο άνθρωπος δεν θέλει να γεννάται ο Θεός, ο Θεός δεν θα γεννηθεί ποτέ. Είναι μεγαλύτερη ευλογία αλλά, ας μου επιτραπεί η έκφραση, ακούγεται λίγο σκληρή, η μεγαλύτερη κατάρα του ανθρώπου, η ελευθερία του και το αυτεξούσιο του. Γιατί; Μεγαλύτερη ευλογία είναι γιατί, ομοιάζει προς τον Θεό με την ελευθερία. Ο θεός είναι ελεύθερος, οι σχέσεις μέσα στην Αγία Τριάδα είναι ελεύθερες. Ως εκ τούτου, η παροχή ελευθερίας, στον άνθρωπο, στην πνευματική του ύπαρξη, στην καρδιά, είναι η μεγαλύτερη ευλογία, αλλά είναι και η μεγαλύτερη κατάρα γιατί, όσο κι αν θέλει ο Θεός να μας σώσει, αν εμείς δεν θέλουμε να σωθούμε, ο Θεός δεν θα κάνει ούτε ένα μικρό βηματάκι προς εμάς. Πρέπει εμείς να θέλουμε, να σωθούμε. Πρέπει εμείς να θέλουμε να κοινωνήσουμε με το Θεό ή να κοινωνούμε διαρκώς με το Θεό. Εαν εμείς δεν θέλουμε, τί γίνεται; Συστέλλεται η χάρις, όπως λένε οι πατέρες, ας μου επιτραπεί πάλι η έκφραση ανθρωποπαθής, έρχεται η χάρις προς τα πάνω και επιφέρεται πάλι το πνεύμα το άγιο πάνω από την καρδιά μας και μόλις ακούσει έναν νυγμό μετανοίας, με ταχύτητα φωτός ξαναέρχεται μέσα στην καρδιά μας γιατί, θέλει να μας σώσει.Ο Θεός πάντα τους ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν.

Ξεκαθαρίζουμε λοιπόν και για να καταλάβουμε το θέμα μας καλύτερα ότι, όταν μιλάμε για καρδιά, μιλούμε για την όλη ύπαρξη του ανθρώπου. Όμως το θέμα έχει δύο πόλους. Η καρδιά και η σωτηρία. Να δούμε τί είναι η σωτηρία τέλος πάντων γιατί, πολλές φορές έχουμε μία πολύ απρόσωπη έννοια περί σωτηρίας και μας κουράζει αφάνταστα το να κατανοήσουμε τί είναι η σωτηρία. Μερικοί λέγουν, σωτηρία είναι η κατάκτηση και απόκτηση του παραδείσου, λανθασμένες εκφράσεις απόκτησης και κατάκτησης, διότι δεν γίνεται εμείς ούτε να κατακτήσουμε ούτε να αποκτήσουμε τον παράδεισο. Εγώ θα το’λεγα, σωτηρία είναι το να μας χαριστεί ο παράδεισος. Ναι, είναι ο παράδεισος. Αλλά για κάποιους από εμάς ο παράδεισος δεν λέει τίποτα. Πώς εγώ να ποθήσω κάτι που δεν το έχω δει.Με μια επαγγελία; Με μια υπόσχεση μόνο; Μα εσείς οι νέοι θέλετε τεκμήρια. Θέλετε στα χέρια σας εμπειρίες. Και το Ευαγγέλιο δηλαδή μας υπόσχεται πράγματα, τα οποία θα τα βιώσουμε εκεί; Στην άλλη ζωή; Εδώ τίποτα; Μα δεν είμαστε και ύλη; Δεν είμαστε και αισθήσεις; Δεν θέλουμε κάτι πιο χειροπιαστό; Τί είναι λοιπόν η σωτηρία; Τί είναι αυτός ο παράδεισος; Και πώς εγώ να τον ποθήσω, αφού δεν τον γνωρίζω; Παιδιά, σωτηρία, παράδεισος, αιώνια ζωή, όπως ακούγεται και όπως θέλετε, διαλέξτε ότι θέλετε, δεν είναι τίποτα άλλο από τη συνάντησή μας με το Χριστό και με το πρόσωπό Του.Όταν εγώ συναντήσω το Χριστό, σώθηκα. Όταν εγώ ενωθώ με το Χριστό, ζω τον παράδεισο πριν τον παράδεισο. Άρα το ζητούμενο ποιό είναι; Να γνωρίσουμε το Χριστό. Να ζήσουμε με το Χριστό. Να γνωρίσουμε και να ζήσουμε. Στην αρχή, γιατί το τελικό ζητούμενο είναι, ούτε να γνωρίσω ούτε να ζήσω. Αλλά ποιό είναι; Να γίνω ένα με το Χριστό. Και αυτό είναι παράδεισος. Και αυτό μπορούμε να το ζήσουμε από αυτή τη ζωή. Πρέπει να ξέρουμε ότι, όποιος δε ζήσει εδώ παράδεισο, ούτε στην άλλη ζωή θα ζήσει. Δηλαδή, όποιος δε ζήσει Χριστό εδώ, ούτε στην άλλη ζωή θα ζήσει. Έτσι λοιπόν βάζουμε και ορίζουμε ότι, η σωτηρία, ο παράδεισος, η αιώνια ζωή είναι το πρόσωπο του Χριστού και τίποτα άλλο. Ορίσαμε τί είναι καρδία, ορίσαμε τί είναι σωτηρία και αυτά τα δυο θέματα συνδέονται με ένα “δύνασαι”. Αν θέλει, δηλαδή, η ύπαρξή σου να σωθεί, πρέπει να έχεις, λέει, καρδιά.

Και να το δούμε τώρα το θέμα μας στο κέντρο του. Μας είπε ο Χριστός κάτι πολύ όμορφο στους μακαρισμούς. “Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται”. Είπαμε ότι θέλουμε να γνωρίσουμε το Χριστό. Είπαμε ότι θέλουμε να ζήσουμε τον παράδεισο στη γη. Είπαμε ότι ποθούμε, να ζήσουμε την αιώνια ζωή από αυτή την ζωή. Και είπαμε όλα αυτά συμπυκνώνονται και συμπεριλαμβάνονται στο πρόσωπο του Χριστού. Ψάχνουμε λοιπόν το Χριστό. Θέλουμε τον Χριστό. Πώς θα τον γνωρίσουμε; Μόνο καθαρίζοντας την καρδιά μας. Δεν είναι λόγια δικά μου. Είναι λόγια του ιδίου του Χριστού. Η άσκηση είναι μια λέξη που στις ημέρες μας τρομάζει. Είναι μια έκφραση που ο σύγχρονος κόσμος, δεν θέλει να την ακούσει. Και κυρίως την άσκηση στο πνευματικό επίπεδο, στον πνευματικό χώρο και τομέα. Άσκηση για το σώμα μας μιλούν όλοι και προτείνουν όλοι. Άσκηση στην ψυχή και στην πνευματική μας ύπαρξη κανένας δεν προτείνει. Απαραίτητη, λοιπόν, προϋπόθεση για τη γνώση του Θεού είναι η καθαρή καρδιά. Είναι η άσκηση που καθαρίζει την καρδιά. Έλεγε ο Γέροντας Αιμιλιανός ο Σιμωνοπετρίτης, κάτι πολύ απλό και ωραίο. Με γεμάτες κοιλιές και γεμάτα μυαλά δεν μπορείς Θεό να δεις. Το’ λεγε έτσι πολύ απλά και πολύ πεζά θα έλεγα, αλλά είναι πολύ ουσιαστικό αυτό που λέει. Εάν θέλουμε να δούμε το Θεό, πρέπει να ασκηθούμε παιδιά. Και ασκούμαστε εντός του χώρου της εκκλησίας. Κάποιος θα πει, “μα να ασκηθώ για κάτι που δεν γνωρίζω;”

Στην Προς Ρωμαίους επιστολή, ο Απόστολος Παύλος αρχίζει και μιλάει πολύ λυρικά και λέει “ποιος μπορεί να με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού;” Και λέει, ούτε θάνατος, ούτε ενεστώτα, ούτε μέλλοντα, ούτε γυμνός, ούτε λιμός, ούτε πείνα, ούτε αρρώστια, τίποτα, λέει, δε μπορεί να με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού. Για να καταλήξει και να πει ότι “τον αγαπώ έτσι, διότι αυτός ημάς πρώτος συνάντησε”. Πρώτος μας αγάπησε και μετά τον αγαπούμε. Τί θέλω να πω μ’ αυτό; Πρώτος μας φανερώθηκε και μετά εμείς τον ψάχνουμε να τον βρούμε. Δηλαδή, όλοι εσείς που είστε εδώ και όλοι εμείς που είμαστε απέναντι σας, είμαστε εδώ, όχι γιατί εμείς ανακαλύψαμε το Χριστό, προσέξτε. Είμαστε εδώ, γιατί ο Θεός μας αποκαλύφθηκε. Μας φανερώθηκε. Άνοιξε τα χέρια του και είπε “Ψηλαφίσετέ με”. Έδειξε την πλευρά του και είπε “Βάλε το δάκτυλον σου επί την πλευρά μου και επί τον τύπον των ήλων”. Και όχι μόνο αυτό. Αλλά μας αποκαλύφθηκε ως αγάπη, ως αύρα λεπτή, όπως λέει και εις την 4η Βασιλειών, που μας συγκινεί ιδιαίτερα εκείνο το κομμάτι. Και ήρθε και μας μίλησε και μας ψυθίρισε και μας είπε πόσο πολύ μας αγαπάει και ότι αυτός είναι ο πατέρας μας και χάιδεψε τους πόνους μας και τις απογοητεύσεις μας και γλύκανε το πικρό μας στόμα και μας κάλεσε σε ακολουθία. Άρα μας αποκαλύφθηκε ο Χριστός. Όμως προσέξτε. Επειδή ο Χριστός θέλει ελεύθερα να τον ακολουθούμε, μας δίνει κάποια περίοδο χάριτος στην αρχή της ουσιαστικής σχέσης μας με το Χριστό και στη συνέχεια κρύβεται και χάνεται. Γιατί; Γιατί θέλει να τον ψάξουμε. Να δούμε, αν αυτή η σχέση που δημιουργήθηκε ανάμεσα στον Χριστό και την καρδιά μου, είναι μια σχέση αλήθειας και αληθινής αγάπης και όχι μια σχέση συμφέροντος. Διότι παιδιά, πολλές φορές πλησιάζουμε τον Θεό, γιατί μας καλύπτει κάποιες ψυχολογικές ανάγκες και γιατί μας δίνει μια ψυχική ισορροπία και μια πνευματικη ισορροπία. Και χαιρόμαστε που βρίσκουμε πράγματα που δεν τα βρήκαμε σε άλλους χώρους, αλλά αυτό είναι γιατί ο Θεός μας αποκαλύφθηκε και γιατί ο Θεός μας προσφέρθηκε. Ελάτε να δούμε τώρα, που παύω εγώ να σου προσφέρω και παύω να σου φανερώνομαι. Θα συνεχίσεις να μ’αγαπάς; Εσύ μ’αγαπάς και πιστεύεις, γιατί είδες. Πρέπει, όμως, τώρα να μην δεις και να συνεχίσεις να πιστεύεις και να μ’αγαπάς. Κι επειδή στην εκκλησία μας, παιδιά, αγάπη δεν είναι σίγουρα το συναίσθημα, είναι κάτι πολύ περισσότερο από το συναίσθημα, την αγάπη μας την εκδηλώνουμε έμπρακτα προς το Θεό, όχι συναισθηματικά, διότι είναι πολύ εύκολο να λέω, Χριστέ μου σ’αγαπώ και να μην κάνω τίποτα για το Χριστό. Η έκφραση της αγάπης μας είναι η άσκηση μας, ο καθαρισμός της καρδιάς μας.

DSC_4487

Οι πατέρες επιμένουν πάρα πολύ στην καθαρότητα της καρδιάς. Λέγουν ότι, ο άνθρωπος βαπτίζεται, δέχεται ως χάρισμα από το Αγιο Πνεύμα μια σαρκίνη καρδία, μια καρδιά ανθρώπινη, έτσι θα σας το πω. Την καρδιά του Αδάμ πριν από την πτώση και από την αμαρτία. Την ημέρα της βαπτίσεως μας όλοι αποκτούμε την πνευματική καρδιά του Αδάμ και της Εύας πριν από την πτώση. Όμως, όπως η καρδιά του Αδάμ και της Εύας, πάντα μιλώ για πνευματική καρδία, μην τα συγχύζετε με την καρδία κάτω από το στέρνο, εσκληρήνθη μετά την ανυπακοή και την αμαρτία και από σαρκίνη καρδία έγινε βραχώδης καρδία, πέτρινη καρδία, σκληρή καρδία. Έτσι ακριβώς και η δική μας καρδιά, μετά την πτώση μας στην αμαρτία, αρχίζει και γίνεται σκληρή και πέτρινη καρδιά. Σε μια σκληρή και πέτρινη καρδιά δεν μπορεί να εισέλθει το Άγιο Πμεύμα. Γιατί; Όχι γιατί δεν μπορεί. Όλα τα μπορεί ο Θεός. Γιατί σέβεται, σας είπα, την ελευθερία μας. Πρέπει ο άνθρωπος να αρχίσει να καλλιεργεί την καρδιά του. Και το πρώτο βασικό βήμα για να αρχίσουμε να σπάμε τα βράχια της καρδιάς μας και να καθαρίζουμε τα πάθη μας, είναι να αναγνωρίσουμε αυτό που είμαστε και να το αποδεχτούμε. Οι περισσότεροι από μας φοβούμαστε, να αποδεχτούμε, αυτό που είμαστε, παιδιά. Πολλές φορές έχουμε σχέση με πνευματικό πατέρα, εξομολογούμαστε τακτικά, λέμε δηλαδή ότι είμαστε στο χώρο της εκκλησίας κι όμως, δεν έχουμε αποδεχτεί, αυτό που είμαστε. Και προσπαθούμε να μεϊκάρουμε την καρδία μας. Και ενώ είναι σκληρή, βάζουμε και κολλούμε πάνω από την καρδιά μας, λουλουδάκια που έχουνε ούτε μια μέρα ζωή, για να πείσουμε τον εαυτό μας, ότι έχουμε λουλούδια και μετά να πείσουμε και τον πνευματικό, ότι έχουμε λουλούδια. Δεν αποδεχόμαστε, δηλαδή, αυτό που είμαστε. Είναι πολύ βασικό βήμα στην πνευματική ζωή να πεις, Κύριε, αυτός είμαι. Αυτό το σκουπίδι, αυτή η στάχτη, που έλεγε ο Δαυίδ. Είμαι αυτός με τα ελλατώματα μου και με τα προτερήματά μου. Και επειδή, εσύ είσαι πατέρας, θέλω να με δεχτείς, έτσι όπως είμαι. Αυτή η σκέψη παιδιά, μαλακώνει πάρα πολύ την καρδιά, τον έσω άνθρωπο και τον κατανοίσσει. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος που ζούσε έντονα όλες αυτές τις περιπέτειες της καρδιάς του, σε ένα ποίημά του, προς το Χριστό το απευθύνει, έστελνε γράμματα στο Χριστό ο Άγιος Γρηγόριος. Και του γράφει σε ένα ποίημά του. “Κύριε, αυτός είμαι. Όπως με βλέπεις και όπως με ξέρεις. Αν ήθελες να είμαι κάτι άλλο, να με έκανες.” Είναι πάρα πολύ ωραίο, σεβασμιότατε, αυτό. Αισθάνεται το Θεό, πατέρα. Αισθάνεται οτι, δεν έχει τίποτα, να κρύψει από το Θεό. Αισθάνεται ότι αγωνίζεται κιόλας, να αλλάξει κάποια πράγματα. Και δεν αλλάζουν. Μα παλεύω, πέφτω, σηκώνομαι, πέφτω, σηκώνομαι, πέφτω, σηκώνομαι. Δε γίνεται τίποτα. Δεν απογοητεύομαι, δεν κλαίω το μαύρο μου το ριζικό. Δεν λέω, αφού δεν τα καταφέρνω, τα παρατάω και πάω σε άλλο χώρο, αλλά τί λέω, “Θεέ μου, αυτός είμαι, ελέησε με. Κάνε με κάτι άλλο αν θέλεις. Τόσα μπορώ να κάνω. Και αυτή η αίσθηση, παιδιά, σου δίνει μια άνεση στον αγώνα σου και την άσκηση σου. Δεν σε συνθλίβει, δεν σε κάνει κουνούπι που σε λιώνουν οι ενοχές σου. Αλλά τί σε κάνει; υιό Θεού κατά χάρην. Γιατί τα παιδιά του Θεού, και αυτό να το βάλουμε καλά στο μυαλό μας, δεν είναι τα παιδιά τα ατσαλάκωτα, δεν είναι τα λεγώμενα καλά παιδιά. Παιδιά του Θεού είναι αυτά, που με υπευθυνότητα και αλήθεια αποδέχονται αυτό που είναι και το δίνουν στο Θεό, όπως είναι, λέγοντάς του, κάνε με ότι θέλεις και πλάσε με, όπως θέλεις. Όταν λοιπόν αποδεχόμαστε αυτό που είμαστε, τότε ελευθερώνεται ο χώρος της καρδιάς και γίνεται ένας τεκτονικός σεισμός μέσα στην καρδιά. Που, όπως, όταν αναστήθηκε ο Κύριος, άνοιξε το καταπέτασμα του ναού και εσκίσθη εις δύο, έτσι και το δικό μας σκληρό καταπέτασμα ανοίγει, σκίζεται στα δυο και εισέρχεται από κει μέσα η χάρις του Θεού. Και τότε. Γίνεται το εξής θαύμα μέσα στην καρδια μας, παιδια. Οι εντολές παύουν να είναι εντολές. Αλλά τί είναι; Είναι καταθέσεις καρδιακές, ανθρώπου που λέγει έμπρακτα στο Θεό, “Εγώ θέλω να είμαι μαζί σου. Σε σένα μόνο αμαρτάνω και εσένα όμως μόνο λατρεύω”. Και τότε, το Ευαγγέλιο παίρνει άλλη μορφή. Δεν είναι ένα βιβλίο μιας θρησκείας, ιερό, που πρέπει να το παπαγαλίσουμε, να το μάθουμε και να το εφαρμόσουμε. Αλλά τί γίνεται το Ευαγγέλιο; Τότε γίνεται ψωμί και νερό. Και τότε έρχεται ο Χριστός αναστημένος μέσα στην καρδιά σου. Οι πατέρες λέγουν ότι, βασικό κομμάτι της σχέσεως καρδιάς και του προσώπου του Χριστού, είναι ο Θείος έρωτας. Πολλές φορές μιλάμε για Θείο έρωτα και λέμε να αποκτήσουμε τον Θείο έρωτα. Όμως, παιδιά, ο Θείος έρωτας δεν είναι επαναλμβάνω μια συναισθηματική κατάσταση. Καμιά φορά μπερδεύουμε το συναίσθημα με την αλήθεια. Φοβούμαι ότι το συναίσθημα, έχει πολύ μικρό μέρος της αλήθειας. Περισσότερο μας μπερδεύει το συναίσθημα και λιγότερο μας οδηγεί στην αλήθεια. Εαν λοιπόν θέλω να καλλιεργήσω την αγάπη του Θεού, τον Θείο έρωτα, δεν περνάει από αλλού ο δρόμος, εκτός από την άσκηση. Δεν μπορώ να αγαπήσω το Θεό, χωρίς να ασκούμαι. Και κυρίως δεν μπορώ να αγαπήσω το Θεό, χωρίς να μετανοώ. Διότι, η μεγαλύτερη άσκηση δεν είναι να κάνουμε 50 αλάδωτες νηστείες, ούτε 30 αγρυπνίες. Η μεγαλύτερη άσκηση είναι να μετανοώ. Και μετανοώ σημαίνει ότι, δεν θέλω να μείνω μακριά από το Θεό και δεν θέλω να χάσω τον παράδεισο. Μια καρδιά που αγαπάει τον Θεό, είναι αδύνατον να τον εγκαταλείψει. Αλλά επαναλαμβάνω και λέγω ότι, η καρδιά που δεν καθαρίζεται, και θέλω να το τονίσω αυτό, είναι αδύνατον να μπορέσει να ζήσει γνήσια την αγάπη του Θεού. Μας τραβάνε τα πάθη. Βλέπετε και οι ίδιοι. Μέσα στο ναό ήμασταν, πόσοι από εμάς έφυγαν, έφυγε η σκέψη μας σε υλικά, και όχι μόνο υλικά, αλλά ακόμα και εφάμαρτα πράγματα. Εάν αφήναμε, τη σκέψη να απλωθεί, δεν θα παρακολουθούσαμε ούτε ένα “Κύριε ελέησον”. Το ότι μαζεύουμε τη σκέψη, αυτό είναι άσκηση. Και ο Θεός βλέπει την άσκηση και μας ευλογεί. Και κάνουμε εμείς ένα βήμα και Αυτός κάνει πενήντα κοντά μας. Στην Αποκάλυψη λέγει κάτι όμορφο. Δείχνει μια εικόνα, ότι ο Χριστός βρίσκεται έξω από μια καρδιά, από μια πόρτα και χτυπάει την πόρτα. Αυτός ο χτύπος του Χριστού στην καρδιά μας είναι καθημερινός. Επειδή, παιδιά, εμείς έχουμε την τάση να ξεχνούμε, ποιός πρέπει να είναι ο μεγάλος ένοικος μέσα στην καρδιά μας, ο Χριστός ταπεινώνεται και περνάει από τις πόρτες των καρδιών μας κάθε ημέρα και μας χτυπάει με διαφόρους τρόπους διακριτικά αυτή την πόρτα της καρδιάς μας και μας λέει “Άνοιξε παιδί μου, να εισέλθω”. Εαν ακούσουμε την φωνή του και ανοίξουμε μονήν θα ποιήσουμε μετ’αυτού, δηλαδή θα κατοικήσει ο Θεός μέσα μας. Εαν δεν την ανοίξουμε, δεν ξαναχτυπάει, γιατί σέβεται την ελευθερία μας. Παιδιά, η πνευματική ζωή δεν είναι ένα κομμάτι της ζωής μας, αλλά είναι η ίδια η ζωή μας. Άμα το κατανοήσουμε αυτό, τότε όχι μόνον η σωτηρία μας θα φαίνεται κάτι πολύ μακρινό, αλλά τα πιο απλά πράγματα μέσα στην πίστη μας θα φαίνονται βαρετά και ανούσια. Και η πνευματική ζωή μας θα γίνει η όλη ζωή μας, εαν γίνει η ζωή μας, ζωή Του και η ζωή Του, ζωή μας. Εαν δηλαδή, με άλλα λόγια, ο Χριστός μας δεν είναι ο μεγάλος άγνωστος της ζωής μας, ούτε ο θρησκευτικός αρχηγός της θρησκείας μας, αλλά είναι ο φίλος και ο αδελφός μας, ο κολλητός μας. Ο έρωτας, ο πρώτος και ο μεγάλος και ο τελευταίος και ολόκληρος. Αν δηλαδή δεν αισθανθούμε, ας με συγχωρέσουν οι άγιοι αρχιερείς για την έκφραση, για την νεανική έκφραση και οι άγιες γερόντισσες. Αν δεν αισθανθούμε αυτή την καψούρα μέσα στην καρδιά μας για το Χριστό, να αισθανθούμε τη γλυκύτητα που αισθάνεται κάποιος που είναι ερωτευμένος για τον απέναντί του, σε υπέρτατο βαθμό και σε διαφορετική ποιότητα, τότε η σωτηρία μας θα είναι κάτι μακρινό.

Γι’αυτό παιδιά, έτσι ταπεινά, πολύ ταπεινά θα ήθελα να κλείσω αυτή την ομιλία λέγοντας, το μεγάλο σητούμενο δεν είναι η παρουσία του Χριστού μέσα στη ζωή μας, η κοινωνία μας με το Χριστό. Και τότε θα έχουμε καρδιά. Θα έχουμε καρδιά, που αγκαλιάζει όλους και όλα. Θα έχουμε καρδιά, που θα αγαπάει όλους και όλα. Θα έχουμε καρδιά που θα συγχωρεί όλους και όλα. Αν έχουμε το Χριστό στη ζωή μας, ο αδελφός μας δεν θα είναι ο εχθρός μας, αλλά θα είναι ο Κύριος και ο Θεός μας. Αν έχουμε μέσα στην καρδιά μας το Χριστό, τότε αυτός ο κόσμος και αυτός ο ψεύτικος ντουνιάς δεν θα είναι ένα εφαλτήριο που θα μας οδηγεί στην απογοήτευση, στην απελπισία και στην αυτοχειρία. Αλλά θα είναι ένας μικρός παράδεισος, που θα αφομειώνει όλους τους πόνους και όλες τις στεναχώριες και θα μας δίνει τη δύναμη να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε, για να ανεβούμε λίγο ψηλότερα. Κι αν έχουμε το Χριστό, τέλος, μέσα στην καρδιά μας, τότε θα στρεφόμαστε στην καρδιά μας και θα λέμε με πολύ έρωτα, πολύ πόνο και πάθος “καρδιά μου εσύ” και θα χαιρόμαστε γι’ αυτήν την καρδιά, διότι αυτή η καρδιά θα είναι ο δρόμος που οδηγεί στον ηγαπημένο στον Ιησού Χριστό. Και τότε όλα αυτά που μας κούραζαν, θα πάψουν να μας κουράζουν και όλα αυτά που δεν μας ενέπνεαν, θα μας εμπνέουν. Γιατί τότε, καινή καρδιά θα μας δώσει, όπως λέει πάλι το Ευαγγέλιο, καινούρια καρδιά, καρδιά χαριτωμένη από τον Θεό, καρδιά που θα ανοίγει δρόμους που θα οδηγεί στην καρδιά του Ιησού Χριστού, στον ουράνιο παράδεισο. Ευχηθείτε άγιοι αρχιερείς, κάπως έτσι να βαδίσουμε όπως λέγουν οι πατέρες και τα παληκάρια μας και οι κοπέλες μας εδώ που είναι απέναντι μας και μας βλέπουν, να τολμήσουμε όλοι μαζί, να αγαπήσουμε πάνω από τον εαυτό μας και από τους άλλους τον Θεό μας, για να αγαπήσουμε αληθίνα και τον εαυτό μας και τους άλλους. Να’στε καλά παιδιά, καλή χρονιά.

Σας ευχαριστούμε πάρα πάρα πολύ, και ευχαριστούμε τόσο πολύ γιατί, όλα αυτά που μας είπατε, είναι πολύ σημαντικά και πολύ σπουδαία για τα όποια νεαρά αυτά άτομα. Τώρα μπορείτε να ρωτήσετε, όποιος θέλει κάτι.Σας παρακαλώ αν μπορείτε να μας απαντήσετε στις ερωτήσεις που έχουμε. Υπάρχει ένα μικρόφωνο που θα κυκλοφορήσει, οπότε όποιος ερώτημα, ιδιαίτερα οι νέοι άνθρωποι να ρωτήσουνε.

  • Θα ήθελα να ρωτήσω, σχετικά με την πνευματική μας ζωή, η οποία τουλάχιστον εγώ όπως την εκλαμβάνω, υπάρχει σε ……, δεν είναι πάντα ακριβώς το ίδιο.Δηλαδή, άλλωτε αισθανόμαστε ότι είμαστε πιο κοντά στο Χριστό, άλλωτε απομακρυνόμαστε. Αυτό έχει να κάνει με τις αμαρτίες μας; Είναι φυσιολογικό; Μπορούμε, δηλαδή, να πετύχουμε με μια πνευματική ζωή, να το αλλάξουμε για πάντα;
  • Κοιτάξτε, όταν λέμε, ότι είμαι με το Χριστό, δεν εννοούμε ότι έχουμε μία ονειρική ζωή, τέλεια ζωή, που δεν έχει διακυμάνσεις, δεν περνάει από χίλιες δυο φουρτούνες και δυσκολίες. Όπως κάθε σχέση που είναι αληθινή, έχει τα πάνω της και τα κάτω της, έχει τα ζεστά της και τα κρύα της, έτσι έχει και τις ίδιες διακυμάνσεις και η σχέση μας με το Χριστό. Ακόμα και ο μεγαλύτερος άγιος έχει στιγμές που περνάει δύσκολα. Να, μιλάνε οι πατέρες για μια κατάσταση, που είναι τρομερή και τραγική για τον άνθρωπο, που την ονομάζουν θεοεγκατάλειψη. Εκεί ο άνθρωπος ζει πλήρη απουσία Θεού. Σίγουρα τότε περνά ο άνθρωπος τις διακυμάνσεις του. Πολλές φορές, ας πούμε, βλέπετε, προσευχόμαστε και είμαστε πολύ ζεστοί. Μπαίνουμε στη Θεία Λειτουργία και ζούμε τον παράδεισο. Και άλλωτε μπαίνουμε στη Θεία Λειτουργία και δεν ζούμε τίποτα. Δεν πρέπει να μας τρομάζει αυτό. Τί θα πρέπει να μας τρομάζει; Όταν μια τέτοια κατάσταση παγιώνεται μέσα μας, διότι η αιτία τότε της παγίωσης, δεν είναι ένας συνηθισμένος πειρασμός. Υπάρχει πνευματική νόσος, που πρέπει να αποκαλυφθεί στον πνευματικό πατέρα και να θεραπευθεί. Αλλά, δε θα πρέπει να μας πιάνει μια αγωνία, “αμάν σήμερα δεν προσευχήθηκα και καλά, σήμερα έφυγε ο νους μου, σήμερα έτσι, σήμερα… όχι”. Να είμαστε απλοί. Θυμάμαι ότιμια φορά κι εγώ που ήμουνα, ακόμα άπειρος είμαι, αλλά τότε ήμουν ακόμα πιο άπειρος και πήγα στον πνευματικό μου πατέρα, τον Άγιο Φλωρίνης και του λέω “Τί πράμα είναι αυτό; Αγωνίζομαι, αγωνίζομαι, αγωνίζομαι, πάλι μαντάρα τα’ κανα”. Δε μου είπε τίποτα, σεβασμιώτατε. Μου είπε, άνοιξε το παράθυρο και άνοιξα το παράθυρο. Μου λέει, τί καιρό έχει έξω; Του λέω, ψιχαλίζει. Μου λέει, πάντα θα ψιχαλίζει; Τί είναι αυτά που με ρωτάτε; Απάντησε μου,λέει. Πάντα θα ψιχαλίζει; Όχι, του λέω. Θα βγει ήλιος; Βεβαίως και θα βγει ήλιος. Και μπορεί να χιονίσει; Βεβαίως και μπορεί να χιονίσει. Λέει, πολλές φορές παιδί μου εμείς ξεχνάμε ότι είμαστε μέρος αυτής της φύσης, που είναι ευμετάβλητη. Και έχει αλλαγές, που δεν είναι πάντοτε πειρασμοί, είναι φυσικές αλλαγές. Έτσι και στην πνευματική ζωή έχουμε αυτές τις αλλαγές, που είναι φυσικές. Άλλες ψυχές είναι πιο ευαίσθητες, άλλες είναι πιο σκληραγωγημένες, άλλες είναι πιο ενθουσιώδεις, άλλες είναι πιο καταθλιπτικές. Δε σημαίνει, δηλαδή, ότι μια ψυχή η οποία είναι πιο καταθλιπτική, θα πέσει στην κατάθλιψη κάποια στιγμή, ότι έφυγε από τον Θεό. Γιατί και αυτό είναι μεγάλο λάθος και πρέπει να το προσέξουμε. Ο χριστιανός δεν είναι άνθρωπος χαζοχαρούμενος, που πάντα χαμογελάει. Και θα γελάσει και θα κλάψει και θα θυμώσει και θα νευριάσει. Αλλά, γι’ αυτό μίλησε για την μετάνοια. Ότι η μεγαλύτερη άσκηση είναι η μετάνοια. Να υπάρχει μετάνοια. Και αφού είδαμε ότι πέσαμε, “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με”. Έλεγε κάποιος στον γέροντά του, λέει, μπαίνω στον ναό και φεύγει ο λογισμός μου έξω από το ναό. Ε καλά του λέει. Έφυγε ο λογισμός έξω από τον ναό, ξαναμάζεψε τον. Τόσο απλά. Καμιά φορά ξέρετε, υπάρχουν πολλές παγίδες στην πνευματική ζωή. Δηλαδή, μερικοί από εγωισμό στεναχωριόμαστε που δεν έχουμε την κατάσταση που θέλουμε να έχουμε. Έτσι επέτρεψε ο Θεός. Άρα ευλογημένο. Αύριο θα είμαστε καλύτερα. Θα κάνουμε υπομονή. Αλλά δεν θα παρατήσουμε τον αγώνα. Και με ήλιο και με χαλάζι και με βροχή, εμείς το Χριστό εκεί. Στο Χριστό μας να’ μαστε και ας μη μας δώσει τίποτα σήμερα. Ας είμαστε εντελώς ξηροί, ας πούμε. Εμείς το Χριστό. Να του λέμε, σ’ αγαπώ. Κι ας μην το πιστεύουμε. Γιατί θα υπάρχουν μέρες, που δεν θα πιστεύουμε αυτό το σ’αγαπώ. Ενώ, άλλες μέρες το λέμε και λιώνουμε, θα υπάρχουν μέρες που, θα το λέμε και δεν θα λιώνουμε. Εμείς θα του το πούμε. Έλεγε ένας, πολλές φορές διαβάζω το απόδειπνο και δεν καταλαβαίνω τί λέει το Απόδειπνο. Να γυρίζω πίσω να το ξαναλέω; Και του λέει ο πνευματικός, άκου παιδάκι μου, του λέει. Εσύ μπορεί να μην καταλαβαίνεις, αλλά καταλαβαίνει ο Θεός και χαίρεται, καταλαβαίνει και ο διάολος και καίγεται. Εσύ να το διαβάζεις, όμως, το Απόδειπνο, μην το παρατήσεις.
  • Καλημέρα πάτερ!
  • Καλημέρα παιδί μου!
  • Το όνομά μου είναι Στέλιος. Είμαι από την ενορία Αγίου Ιωάννου Χανίων. Ακούγοντας την ομιλία, να ρωτήσω. Μας λένε οι Άγιοι Πατέρες, “αν έχεις καρδία, μπορείς να σωθείς”. Σήμερα, όμως, στον κόσμο, βλέπουμε τα παιδιά, από το Δημοτικό ακόμα, τί τους λένε; “Αν έχεις γνώση, μπορείς να σωθείς”. Πάνε τα παιδιά σε φροντιστήρια, σε ξένες γλώσσες, σε καράτε, σε διάφορα αθλήματα, σε σκάκι, σε όλα πάνε, αλλά εκκλησία δεν έρχονται. Και θα ήθελα να σας ρωτήσω. Εμείς τώρα τι προτείνουμε σε αυτά τα παιδιά; Τί προτείνουμε στους γονείς, που λένε να πας παιδί μου να σπουδάσεις; Πως μπορούμε να τους μιλήσουμε για την εκκλησία, παρουσιάζοντας άλλους λόγους, πέρα από τις γνώσεις και τις προοπτικές που έχουν σήμερα.
  • Κατ’ αρχήν να πω, ότι μ’ αρέσει πάρα πολύ, όταν ακούω παιδιά με την προφορά την κρητική, που είναι λίγο τραγουδιστή, μ’ αρέσει πάρα πολύ. Και όταν λέτε κι εκείνο το “ζ”, ακόμα πολύ. Θυμάμαι συνάντηση, είμασταν με τη Γερόντισσα Θεοξένη κάπου και ήταν μια γερόντισσα από δω και την είδε και της λέει “ Ζερόντισσα, τί κάνετε; Και χάρηκα πολύ που σας είδα, ζερόντισσα”.

             Λοιπόν Στέλιο, κοίταξε. Μίλησες για τον κόσμο. Και είπες ότι, ο κόσμος μιλάει συνεχώς για την γνώση δηλαδή για το μυαλό. Είναι η εγκωσμιοκρατική αντίληψη του κόσμου, ότι όλα γίνονται και προοδεύουν μέσω του νου. Η καρδιά έχει μείνει σε πολύ δευτερεύουσα ή τελευταία θέση. Να πω κάτι, πριν σου απαντήσω στην ερώτησή σου. Ότι ο κόσμος πλέον, δεν καλλιεργεί ούτε την εντελώς ανθρώπινη πλευρά της καρδιάς, δηλαδή αυτό που λέμε, οι ανθρωπιστικές επιστήμες, η ανθρωπιστική γνώση, ας πούμε. Να καλλιεργήσει τα χαρίσματα του φυσικού ανθρώπου, όχι του πνευματικού ανθρώπου. Δεν καλλιεργεί ο κόσμος πλέον. Δηλαδή, βλέπετε ότι, όλα βρίσκονται εις βάρος των τεχνών, του πολιτισμού, που καλλιεργούν μια φυσική καρδιά. Της δίνουν μια προοπτική, να πετάξει προς τα πάνω. Όταν, λοιπόν, ο κόσμος δεν καλλιεργεί, έπαψε να καλλιεργεί, ελάχιστα καλλιεργεί την λεγωμένη φυσική καρδιά, φυσικά δεν δίνει χώρο καθόλου για την πνευματική καρδιά. Τώρα, να απαντήσω στην ερώτησή σου, στον κύριο κορμό της ερώτησής σου. Είπες πώς εγώ θα προετείνω μια άλλη ζωή στα παιδιά, τους γονείς κλπ. Να σας πω, δεν βρήκα καλύτερη λύση, από τη ζωή μας. Αν εγώ γίνω μια καρδιά ζεστή και φωτεινή και χαριτωμένη από τη χάρη του Θεούμ χωρίς να μιλάω, θα προσελκύσω πολλούς ανθρώπους δίπλα μου. Τι είπε σήμερα ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ; Είπε ότι, “ Θα έρθουν λέει, κάτι χιλιάδες ψυχές δίπλα σου, αν αποκτήσεις το Άγιο Πνεύμα. Στο ματοβίλοφο τον ρώτησε κάτι για το Άγιο Πνεύμα. Του λέει, πολλοί άνθρωποι θα αναπαυθούν, χιλιάδες άνθρωποι θα αναπαυθούν δίπλα σου, αν αποκτήσεις το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα, όταν λέμε ότι, αποκτώ το Άγιο Πνεύμα, τι σημαίνει; Το Άγιο Πνεύμα γιατί ήρθε στη γη, ξέρετε γιατί ήρθε στη γη το Άγιο Πνεύμα; Για να μας δώσει χαρίσματα; Λέει ο Χριστός ότι, “Θα σας στείλω τον Παράκλητο, το Πνεύμα της Αληθείας, που θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια. Για να δούμε τώρα. Μας λέει, θα μας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια. Ποιά αλήθεια θα μας οδηγήσει;Για να σας πάω λίγο νωρίτερα. Λέει εκεί στο Κατά Ιωάννην, ο Χριστός είπε για τον εαυτό του: “Εγώ είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή”. Όταν λοιπόν, λέει ότι, θα οδηγήσει σε όλη την αλήθεια, σε όλη τη γνώση της αλήθειας, εννοεί στο πρόσωπο του Χριστού. Άρα, όταν λέμε ότι, γεμίζουμε από Άγιο Πνεύμα, ουσιαστικά τι κάνουμε; Γεμίσαμε με Χριστό. Όταν, λοιπόν, εσύ γεμίσεις με Χριστό, τότε όχι δεκάδες, εκατοντάδες και χιλιάδες άνθρωποι θα έρθουν δίπλα σου και θα αναπαυθούν, χωρίς να τους μιλήσεις καν. Το ζητούμενο παιδιά είναι, να μην γίνουμε μισιονάριοι ιεραπόστολοι. Με μια ξερή επιθυμία κατακτήσεως και επιβολής του βιώματός μας πάνω στους ανθρώπους. Αλλά να γίνουμε σκεύη του Αγίου Πνεύματος, που θα εμπεριέχουν ευωδιαστό μύρο του Αγίου Πνεύματος. Και το μύρο, όσο και να το καπακώνεις, όποιος έρχεται δίπλα του οσφρένεται το μύρο και χαίρεται. Θέλει να είναι δίπλα του. Αν, λοιπόν, εμείς γίνουμε μύρα του Αγίου Πνεύματος, τότε και οι συμμαθητές σου, και τα κατοχητόπεδά σου και οι γονείς σου θα επηρεαστούν, χωρίς να ανοίξεις το στόμα σου. Και επειδή, όταν ανοίγουμε το στόμα μας εμείς λίγο τα κάνουμε και μαντάρα, γιατί νομίζουμε, ότι γίναμε συνήγοροι του Θεού και της ελεύσεώς του επί της γης. Προτιμώ εγώ, έτσι τουλάχιστον, να μιλάω πολύ λιγότερο και να πράττω πολλά περισσότερα στην καρδιά μου, ώστε να γεμίσει με Χριστό, για να μπορούν και οι άλλοι να πληροφορούνται ότι αυτά που λέω, δεν είναι κούφια σκορπιολόγια, αλλά κάτι έχουν, ένα υπόβαθρο έχουν και να πληροφορούνται ότι, είναι αληθινά.

  • Καλημέρα σας! Είμαι η Χριστίνα ……από τα Χανιά, από το Ράδιο Μαρτυρία …….και με την ευκαιρία που βρέθηκα στη συγκέντρωσή σας, θα ήθελα να σας ρωτήσω, γιατί οι άνθρωποι σήμερα βλέπουν με τόσο απέχθεια το Χριστιανισμό; Δηλαδή, βλέπω που πάω στο σχολείο και βλέπω ότι δεν είναι τόσο ευχάριστο το να μιλάς, ότι υπάρχει Εκκλησία και όλα αυτά. Και θα ήθελα, να σας ρωτήσω, γιατί το κάνουν αυτό;
  • Γιατί. Να σου πω. Πάντα σε κάθε εποχή, οι άνθρωποι είχαν απέχθεια προς το Χριστιανισμό. Και όταν λέμε προς τον Χριστιανισμό, εννοούμε ώς προς την ουσία του Χριστιανισμού. Γιατί, ας πούμε το Βυζάντιο, θεωρούμε όλοι ότι, ήταν μια αυτοκρατορία που σεβόταν και τιμούσε τη χριστιανική πίστη. Πολλές φορές, όμως, σεβόταν και δημούσε στην επιφάνεια και όχι ουσιαστικά, γιατί σέβομαι και τιμώ κάτι, όταν εγώ το βιώνω. Όταν εγώ, δεν το βιώνω, ουσιαστικά δεν το σέβομαι, ούτε το τιμώ. Πάντα να ξέρετε, παιδιά αυτό να το καταλάβουμε λίγο. Όσοι μπαίνουμε στην εκκλησία, πρέπει να έχουμε τη συνείδηση, ότι είμαστε το λήμμα. Η Εκκλησία ήταν πάντα το λήμμα. Η Εκκλησία δεν ήταν ποτέ κόσμος, με την έννοια ότι επικράτησε με κοσμική εξουσία σε όλον τον κόσμο. Και οι πιστοί είναι πάντα το μικρό ποίμνιο. Πάντα θα έχουμε , αυτούς που θα είναι αντίπαλοι, αντίθετοι από μας. Αλλά δεν πρέπει ούτε να τους φοβόμαστε, αλλά ούτε και να τους λοιδορούμε. Είναι και αυτοί αδερφοί μας με μία άλλοι αντίληψη, με μία άλλη άποψη. Έτσι αισθάνονται, έτσι νομίζουν. Το σεβόμαστε. Δεν πάμε να επιβληθούμε, αυτό θέλω να σας πω. Έχουμε την πίστη μας, έχουμε την χάρην του Θεού. Η πίστη και η χάρη του Θεού είναι ειρήνη, είναι αγάπη, είναι συγχωρητικότητα. Δηλαδή, χωρούνε όλοι μέσα σε αυτόν που εγώ ζω και βιώνω. Δεν απορρίπτω κανέναν. Απο κει και πέρα, τους δέχομαι όλους, όλους τους αγαπώ, αγαπώ ακόμα και αυτούς που υβρίζουν το Χριστό, αγαπώ ακόμα και αυτούς οι οποίοι κοροϊδεύουν την Εκκλησία. Αλλά παράλληλα, δεν μπαίνω ποτέ στην θέση του να απολογούμαι, επειδή μειονεκτώ σε έναν κόσμο ο οποίος, περισσότερο δεν πιστεύει και λιγότερο πιστεύει. Δεν χρειάζεται απολογητική. Είμαι αυτή που είμαι, δεν πειράζω κανέναν, σέβομαι όλους σας. Απο κει και πέρα, ο καθένας πιστεύει, ότι θέλει. Αλλά εγώ δεν κουνιέμαι ρούπι, απο αυτό που πιστεύω. Την πίστη μου δεν τη βγάζω στο παζάρι, ούτε την διαπραγματεύομαι.
  • Καλή χρονιά!Καλώς ήλθατε! Ήθελα να σας ρωτήσω, να κάνω μια έρώτηση με δύο σκέλη. Πώς γίνεται αυτός που δεν έχει λάβει τη χριστιανική παιδεία, να καταλάβει ότι, έχει καρδιά να καλλιεργήσει και το άλλο που ήθελα, να ρωτήσω, είναι, ένας νέος ο οποίος αγωνίζεται πνευματικά μέσα στον κόσμο και όλα τα πράγματα που συμβαίνουν, δεν συναινούν στο να καλλιεργηθεί, δεν τον βοηθούν να καλλιεργηθεί πνευματικά, είτε από τις σπουδές του που παίρνει διάφορα μηνύματα, είτε από τον κόσμο
  • Ναι να πούμε την πρώτη ερώτησή σου, κράτα το μικρόφωνο, για να μου πεις τη δεύτερη. Είπες για την πρώτη;
  • Πώς μπορεί κάποιος να θελήσει να είναι με το Χριστό, ποιοί είναι αυτοί οι παράγοντες που θα τον βοηθήσουν να αντιληφθει ότι έχει καρδιά, για να την καλλιεργήσει.
  • Ο πρώτος παράγοντας, παιδιά, βασικός είναι, να έχει πνευματικό. Μόνος του δεν κάνει τίποτα. Ξέρετε, με το νου μας χτίζουμε ανώγεια και κατώγεια. Και να λέμε, ότι είμαστε με το Χριστό και να είμαστε με τον αντίχριστο και με τον αντίθεο. Ο πρώτος βασικός παράγοντας είναι, να έχεις πνευματικό πατέρα να εξομολογείσαι. Να λες αυτά που αισθάνεσαι. Και όχι μόνο τα αμαρτήματά σου, αλλά ότι αισθάνεσαι στην πνευματική σου ζωή και να παίρνεις μια συμβουλή. Και δεύτερος, ας πούμε, να έχεις κάποιους πνευματικούς ανθρώπους, επειδή δεν είναι εφικτό πάντα, στον πνευματικό να πηγαίνεις, να ανταλλάσεις καποιες απόψεις, γιατί η χάρις του Θεού πολλές φορές φωτίζει και τον περίγυρω μας τον πνευματικό, να μας υποδείξει, όταν δεν πάμε καλά. Το πιο βασικό για μένα είναι, να έχεις τον πνευματικό σου πατέρα και να ζεις μέσα στην Εκκλησία. Δεν θα σας αφήσει ο Θεός. Εγώ πάντως, ακόμα και τώρα τρέχω. Όταν κάτι δεν μου πάει καλά, το αισθάνομαι, ας πούμε. Του λέω, δε μου λέτε αυτό που αισθάνομαι, τί είναι; Ε λέει, ας πούμε, αυτό είναι έτσι. Και του κάνω υπακοή. Και ξέρετε; Καμιά φορά, παιδιά, εμείς θεωρούμε υπακοή, να μας πει κάτι ο πνευματικός και να συμφωνήσουμε με αυτό που μας λέει και να το κάνουμε. Αυτό δεν είναι υπακοή, είναι συμφωνία. Η υπακοή είναι, να μας πει κάτι ο πνευματικός και εμείς επειδή τον εμπιστευόμαστε και γνωρίζουμε ότι είναι στόμα Θεού στη ζωή μας ο πνευματικός, να πούμε ναι πνευματικέ, θα κάνω αυτό που λες, δεν το πολυκαταλαβαίνω, αλλά επειδή το λες εσύ, θα το κάνω. Και μετά ο Θεός ευλογεί αυτή την υπακοή και έχει καρποφορία. Δεν μπορώ ακόμα και τώρα, είμαι επίσκοπος, σας το ομολογώ ευθύτατα δημοσίως. Δεν αισθάνομαι βέβαιος για όλα μου τα βήματα. Θέλω τη γνώμη του πνευματικού μου πατρός και πνευματικών ανθρώπων.

– Η Γερόντισσα Θεοξένη…

-Ευχαριστούμε πάρα πολύ, για όλα αυτά που μας λέτε. Θα ήθελα να εκφράσω ένα ερώτημα ή μια ένσταση. Πολύ συχνά τα παιδιά έρχονται και λένε στο μοναστήρι, επειδή τώρα είμαστε και ξαναείπατε, να έχουμε τον πνευματικό μας πατέρα και μιλήσατε για υπακοή. Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο βήμα. Ξέρω, πολλά παιδιά τώρα θα έχουν στο μυαλό τους, το’ χουν πει σε μένα και δεν το εκφράζουν, δεν είναι εύκολο να το εκφράσουν, γι’αυτό αναλαμβάνω αυτή την ευθύνη. Είναι δύσκολο να ανακαλύψεις, ποιος είναι ο πνευματικός σου πατέρας. Θα ήθελα, να μας πείτε γι’αυτο. Γιατί έτσι όπως το είπατε, βγαίνει λίγο και μια απογοήτευση. Εγώ, δηλαδή, που δεν έχω πνευματικό πατέρα, άρα δεν είμαι στην πνευματική ζωή,άρα δεν προσωρώ, άρα τί γίνεται; Επειδή, εσείς βεβαιώσατε ότι, κι εσείς έχετε πνευματικό πατέρα. Εγώ, λοιπόν, που δεν έχω, γιατί δεν τον βρήκα, δεν τον ανακάλυψα, δεν ξέρω πώς είναι αυτός ο δρόμος, δεν εμπνέομαι. Μπορείτε να μας πείτε κάτι γι’ αυτό, σας παρακαλώ;

  • Κι ένας άνθρωπος που θα συναντήσεις στο δρόμο σου και θα σου μιλήσει για το Θεό, είναι κι αυτός πνευματικός πατέρας, είναι παιδαγωγός εις Χριστόν, είναι άνθρωπος που θα σε οδηγήσει στο Θεό. Δεν είναι… Όταν λέω πνευματικό, έχει δίκιο η Γερόντισσα, γιατί η δική μου η ζωή ήταν έτσι, που από μικρό παιδί είχα τον πνευματικό μου πατέρα και δεν πέρασα από αυτό το στάδιο. Ευχαριστώ τη γερόντισσα που μου έδωσε αυτή την δυνατότητα να το διευκρινήσω. Πράγματι, υπάρχουν άνθρωποι, που δεν ήλθαν κοντά, αμέσως με έναν πνευματικό πατέρα. Όμως, ο Θεός νομίζω ότι και γι’αυτούς τους ανθρώπους μεριμνάει, ώστε να βρουν ανθρώπους, που να ακουμπήσουν πάνω τους και να ακούσουν τον λόγο τους και σιγά σιγά να καλλιεργήσουν την ψυχή τους, ώστε να βρουν στο τέλος και έναν πνευματικό πατέρα. Δε σημαίνει, δηλαδή, ότι η αρχή και το τέλος είναι ο πνευματικός πατέρας. Υπάρχει ένα στάδιο ωρίμανσης για κάθε ψυχή, που είναι ιδιαίτερο. Δεν πρέπει, καμιά φορά κάνουμε το λάθος και δίνουμε συνταγές, που είναι για όλους τους ανθρώπους. Δεν είναι για όλους τους ανθρώπους οι συνταγές, ίδιες. Φυσικά, κάποιοι άνθρωποι ξεκινούν από την παιδική τους ηλικία και έχουν πνευματικό, όπως έχω εγώ. Άλλοι, που συνάντησαν έναν πνευματικό πατέρα, μετά από μεγάλη πορεία μέσα στο χώρο της Εκκλησίας. Δεν πρέπει, δηλαδή, έχει δίκιο η Γερόντισσα, κάποιοι που δεν έχουν πνευματικό πατέρα, να θεωρήσουν ότι είναι εκτός του χώρου της Εκκλησίας και εκτός αναζητήσεως της αλήθειας. Άλλωστε κι εμείς που είμαστε σε πνευματικό πατέρα, δεν είμαστε και επειδή πιστεύουμε, ότι βρήκαμε την αλήθεια. Όλοι αναζητούμε την αλήθεια στο πρόσωπο του Χριστού.
  • Σεβασμιότατε, να σας ρωτήσω το εξής. Αρχικά, εγώ, όταν πρωτοέγινα κληρικός πολλοί νέοι μου φίλοι, μόλις έγινα, έκαναν ένα βήμα πίσω, αμέσως. Και ήθελα να ρωτήσω, για ποιο λόγο υψώνεται ένας τοίχος, μεταξύ των νέων και του κλήρου και ποιος πιστεύετε κατά τη γνώμη σας, πρέπει να δώσει περισσότερη καρδιά. Ο κλήρος ή ο νέος, ώστε να γκρεμιστεί αυτός ο τείχος και όταν πολλές φορές, εμείς οι κληρικοί, όταν έρχεται ένας νέος, παραδείγματος χάριν να κοινωνήσει, τον ρωτάμε και προτάσσουμε τους πνευματικούς κανόνες και ξαφνικά λέγοντας έναν πνευματικό κανόνα, του κλείνουμε την πόρτα και φεύγει πίσω και δεν ξαναγυρνάει ποτέ.
  • Πάτερ, καταρχήν, το δεύτερο σκέλος της ερώτησης σας είναι θέμα ιερατικής συνάξεως και ίσως ο Άγιος Κυδωνίας θα μπορούσε να κάνει μια τέτοια σύναξη. Εγώ να μιλήσω για το πρώτο κομμάτι μόνο, γι’αυτό που είπατε, οτι έκαναν ένα βήμα πίσω. Είναι πολύ φυσιολογικό, πάτερ, να κάνουν ένα βήμα πίσω. Διότι, βλέπουν έναν φίλο τους, που έπαιζαν μαζί, που έβγαιναν βόλτα μαζί, ξαφνικά να αλλάζει σε όλα του, ακόμα και στην ενδυμασία του και να φοράει μαύρα. Αυτό είναι ένα σοκάρισμα, για μια κοινωνία που εύκολα δεν αποδέχεται τους κληρικούς. Αλλά εμένα δεν με προβληματίζει, για το ένα βήμα που έκανα πίσω ή τα δύο βήματα που έκαναν πίσω. Θα με προβληματίσει, όμως, το γεγονός αν συνεχίσουν να κάνουν βήματα πίσω. Και τότε, θα πρέπει να επωμιστώ την προσωπική μου ευθύνη και να πω τι δεν κάνω εγώ καλά και να συνεχίζουν αυτά τα παιδιά, να πηγαίνουν ένα βήμα πίσω; Μήπως κάτι εγώ δεν κάνω καλά; Μήπως πρέπει να δω εγώ τον εαυτό μου; Μηπως.. Και μετά να σας πω κάτι. Όλα θέλουν στην πνευματική ζωή διάκριση. Δηλαδή, μιλήσατε λίγο για, ότι πολλές φορές απωθούμε τους νέους αξαιτίας των κανόνων. Εγώ έχω την αίσθηση ότι, όταν ο νέος αγαπήσει τον Θεό, δεν μιλάμε πλέον για κανόνες, τέλος δε νόμου η αγάπη. Δεν μιλάμε ούτε για νόμους, ούτε για κανόνες, για τίποτα. Μιλάμε για αγάπη. Δηλαδή, λέει, κάθε άνθρωπος, όχι μόνον νέος, τί θα κάνω εγώ για να είμαι με το Χριστό, για να είμαι με την αγάπη του Χριστού; Τί θα κάνω;. Όπως λέει, ας πούμε, ένας ο οποίος είναι ερωτευμένος. Είδατε; Να που εσείς ο Θεός σας αξίωσε να αγαπήσετε πρόσωπα και να ερωτευτείτε, κάνετε τρομερά πράγματα και κάνετε τρομερές θυσίες, χωρίς να σας κοστίζει αυτό το πράγμα. Ίσα ίσα το χαιρόσασταν. Αν σας πω ένα παράδειγμα. Είχα ένα παιδί και έχω, που τώρα είναι παντρεμένο και εξομολογούνταν σε μένα και ξαφνικά ερωτεύτηκε μία κοπέλα από τη Σπάρτη. Ήταν συμφοιτητές στη Θεσσαλονίκη, ερωτεύτηκαν. Παιδιά, τους λέω, άντε να πάμε προς το γάμο σιγά σιγά. Καλά παιδιά, αγωνίζονταν. Και πήγε αυτός φαντάρος, αυτή πήγε στη Σπάρτη, τον έστειλαν στα σύνορα στην Αλεξανδρούπολη. Του έδωσαν 24ωρη άδεια και με παίρνει τηλέφωνο και μου λέει, θα πάω στη Σπάρτη. Λέω, παιδί μου τί θα κάνεις στην Σπάρτη; Ν α την δω,λέει. Πόση άδεια έχεις; 24 ώρες. Και πως θα το καταφέρεις του λέω; Λέει θα πάρω αεροπλάνο, θα πάω μετά με…. Ρε παιδάκι μου, λέω, χρήματα έχεις; Ψιλοέχω, λέει, κάτι έχω. Τέλος πάντων ξεκίνησε να πάει στη Σπάρτη, πήρε αεροπλάνο, πήρε λεωφορείο, πήρε δεύτερο αστικό, για να πάει στο χωριό της, την είδε 2 λεπτά, 10 λεπτά, πόσο εκεί, ξαναγύρισε, άργησε να μπει στο στρατόπεδο, έφαγε και φυλακή. Τον παίρνει τηλέφωνο. Λέει, τί κάνεις; Φυλακή είμαι. Λέει γιατί; Γιατί άργησα να έρθω. Του λέω κι εσύ τι χαζομάρες κάνεις; Α πολύ ωραία αισθάνομαι μου λέει. Θέλω να πω δηλαδή ότι, όταν αγαπάς το Χριστό, δεν μιλάς για κανόνες, ρε παιδιά. Τι να βάλω εγώ, σε ένα παλικάρι που αγαπάει το Χριστό και αγωνίζεται, τί κανόνα εγώ να του βάλω; Μόνος του βάζει τον κανόνα. Δηλαδή, να σας πω, πως βάζει μόνος του τον κανόνα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος κανόνας, από τον πόνο που αισθάνεσαι, όταν αμαρτάνεις, γιατί, λέει, ότι έπεσες στην αγάπη του Χριστού. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος κανόνας. Αυτή η καρδιά τεμαχίζεται τόσο. Βλέπεις το παιδί εκεί, πέφτει το δάκρυ του και λέει, ήμαρτον, δεν…Θα του βάλω εγώ κανόνα; Έβαλε μόνος του στον εαυτό του κανόνα. Πονάει μέσα η καρδιά του. Τί κανόνα να του βάλω εγώ; Αλλά, προσέξτε. Έχει και άλλη ανάγνωση η αγάπη του Χριστού. Ναι μεν καταργεί τους κανόνες και τους νόμους, αλλά δεν δίνει και μια ασυδοσία ότι κάνω ότι θέλω εν ονόματι της αγάπης του Χριστού. Επειδή είναι ο Θεός έλεος. Μιλήσαμε και τονίσαμε για την άσκηση. Η άσκηση είναι και στο σώμα, στο μυαλό, στην καρδιά, σε όλα είναι η άσκηση. Όταν εγώ αγαπώ το Χριστό, δηλαδή, μαθαίνω να σέβομαι το άλλο πρόσωπο, το σώμα του. Δεν ξέρω, αν σκεφτήκατε, πόσο σπουδαίο πράγμα είναι, να μάθετε, να σέβεται ο ένας του άλλου το σώμα.. Και να μην το βλέπει σαν μια ηδονομηχανή μόνο. Αλλά να το βλέπει σαν κατακεκτήριο του Αγίου Πνεύματος, σαν ένα πρόσωπο ιερό, ένα αγαπητό πρόσωπο. Και να βλέπει αυτό το σώμα σαν κάτι το ιερό, που θα το ενώσει, θα το συνδέσει στη συνέχεια με το δικό του με την ευλογία του Θεού και θα πορευθεί προς τα έσχατα, προς τη σωτηρία ενωμένα αυτά τα δύο σώματα. Δεν μπορούμε να δίνουμε, κατανοούμε αλλά δεν αμνηστεύουμε. Αυτό θέλω να πω. Και πάλι επαναλαμβάνω, ότι τέλος νόμου η αγάπη. Σας λέω, ένας ο οποίος αγαπάει αληθινά το Χριστό, βάζει μόνος του τον κανόνα.
  • Συγχωρέστε με και πάλι παίρνω το λόγο. Επειδή, αυτό που είπατε πάλι το τελευταίο, αισθάνομαι πάλι ότι, θα υπάρχουν παιδιά εδώ πέρα και μου τα λένε τώρα που η μεγάλη σύναξη, είμαι σίγουρη ότι ντρέπονται να σας το πουν. Αυτό που λέτε ότι, να αγωνίζεται ένα παιδί να βλέπει τον άλλον άνθρωπο με πνευματικό τρόπο, είναι πολύ ωραία πράγματα, αλλά στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, όταν τα πεις αυτά, σε κοροϊδεύουνε. Σου λένε, είσαι βλαμμένος. Δεν ισχύει με τη σημερινή εποχή. Τί έχετε να πείτε γι’ αυτό;
  • Κοιτάξτε, και ότι είμαστε Χριστιανοί, είμαστε βλαμμένοι για τον κόσμο. Δεν είμαστε νορμάλ. Κατ’ αρχήν το θησαυρό μου εγώ δεν θα τον κοινοποιήσω. Αυτό που ζω μέσα μου, δε θα το βγάλω προς τα έξω. Αλήθεια σας το λέω. Δε θα διαφημίσω αυτό που είμαι. Δε μ’αρεσει. Εκ φύσεως , ας πούμε. Με τα παιδιά που ασχολούμαι, τους λέω, αλοίμονο σας, μην δείξετε έξω, ότι είστε τα κατηχητόπαιδα. Δεν το θέλω. Θα είστε νορμάλ άνθρωποι, αλλά μέχρι εκεί που με παίρνει. Μετά από κει, κάνω μια υπόκλιση, δεν κοροϊδεύω κανέναν, επιλογή σας είπα το άλλο, κάνω υπόκλιση και φεύγω, αλλά από κει και πέρα δεν μας καταλαβαίνει ο κόσμος. Δεν καταλαβαίνει τίποτα. Και σας λέω. Εμείς νομίζω ότι, κατανοούμε τον κόσμο. Γιατί και ο κόσμος είναι εκκλησία. Ο κόσμος, όμως, δεν πιστεύει, ότι είναι εκκλησία. Από αυτήν την πλευρά, νομίζω ότι, η εκκλησία πιστεύει ότι, κάθε άνθρωπος είναι εκκλησία. Όλη η κτήση είναι εκκλησία. Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν είναι εκκλησία. Ο κόσμος όλος τρέμει με την ιδέα ότι, μπορεί να είναι εκκλησία. Αυτή είναι η μεγάλη μας διαφορά. Άρα, η Γερόντισσα είπε, δε θα μας καταλάβουν, αλλά δεν χρειάζεται και να μας καταλάβουν, γιατί δεν θα πρέπει να ξέρουν, τι κάνουμε και τι εργασία κάνει ο καθένας στον εαυτό του. Ούτε και πάλι κάποιοι, πάλι να πω, και αφού ανοίγουμε ένα θέμα, γερόντισσα, που αφορά μεν τα παιδιά, αλλά δεν το πολυκουβεντιάζουν δημόσια. Ούτε και πάλι, αν κάποιο παιδί, κάποια νέα, ας πούμε, δεν άντεξε να δει με τέτοια προοπτική τη σχέση του, ας πούμε. Ούτε αυτό σημαίνει ότι, είναι κολασμένο και θα πάει στην κόλαση. Υπάρχει έλεος. Αρκεί να υπάρχει, όμως, μετάνοια. Δεν μπορούμε, αυτό το οποίο είναι, να το κάνουμε και νόμο. Καταλαβαίνεται τι εννοώ. Άλλο είναι, να πω “Θεε μου, καταθέτω την αδυναμία μου, δε μπορώ”. Και ο Θεός ναι, σε ευλογεί. Σου λέει κι εσύ δικό μου παιδί είσαι. Άλλος πέφτει σε αυτό το αμάρτημα, άλλος πέφτει στη γαστριμαργία. Δηλαδή, πού η διαφορά; Πτώση η μία, πτώση η άλλη. Καταθέτω, όμως, στο Θεό την αδυναμία μου και λέω “Θεε μου, ζητώ το έλεος σου και την ανεκτικότητά σου, την ανοχή σου”.
  • Γεια σας, ονομάζομαι Μανώλης και είμαι από την Ιερά Μητρόπολη Πέτρας. Θα ήθελα, να ρωτήσω κάτι περί της προσευχής, που κάνουμε. Εμείς για παράδειγμα, ο Δεσπότης μας στη Μητρόπολη είχε αρρωστήσει και έφυγε. Αλλά, ενώ ήταν ζωντανός, εμείς προσευχόμασταν, να γίνει καλά. Παρ’ όλα αυτά, τον πήρε ο Θεός μαζί του. Θα ήθελα, να ρωτήσω. Ο Θεός όσα του λέμε, τα ακούει; Και αν τα ακούει τα κάνει;
  • Μ’ αρέσεις Μανώλη! Λοιπόν, ο Θεός κατ’ αρχήν ο Θεός όλα τα ακούει. Δε νομίζω να χρειαστεί ακουστικό βαρυκοϊας ο Θεός. Όλα τα ακούει. Αν τα’ καμε όλα αυτά που του παρακαλούμε, θα έπρεπε η μισή Πέτρα να ήταν πεθαμένη και η μισή ζωντανή. Θέλω να πω, δηλαδή ότι, ο Θεός ακούει τα πάντα αλλά, δεν υπακούει στα πάντα. Επακούει, χωρίς να υπακούει. Όταν είναι για το συμφέρον της ψυχής μας, τότε πολλές φορές λυγίζει από τις προσευχές των ανθρώπων. Όμως, πιστεύω στο εξής: Ότι ο Θεός όλες τις προσευχές τις ακούει. Εκεί, όμως, που ακούει, ας μου επιτραπεί η έκφραση, αναγκάζεται να υπακούσει, που δεν είναι καλή έκφραση αλλά για να καταλάβετε τι θέλω να πω, είναι στην προσευχή της Εκκλησία. Όταν η Εκκλησία είναι προσευχομένη, όχι όταν ένα πρόσωπο, είναι προσευχομένο. Όσο κι ένα πρόσωπο να είναι προσευχομένο, να βλέπω μπροστά μου τον Όσιο Γέροντα Πορφύριο, που ήταν ένας ενάρετος, ένας δυνατός στην προσευχή. Τα χαρίσματά του ήταν σπάνια. Όμως, η προσευχή της Εκκλησίας είναι πιο δυνατή και από αυτού του πιο αγίου ανθρώπου. Διότι, έχει ειδική χάρη η προσευχή της Εκκλησίας. Όμως Μανώλη, ο Θεός επαναλαμβάνω, ακούει, αυτά τα οποία είναι για το συμφέρον μας και πολλές φορές πράγματα που εμείς νομίζουμε ότι, δεν είναι για το συμφέρον μας, μεταγενέστερα αποδεικνύεται ότι, ο Θεός έτσι όπως μας τα παραχώρησε τελικά ήταν για το συμφέρον μας. Μην πίπτουμε στη λογική ότι, ο Θεός είναι, πώς να το πω, ο υπάλληλος μας που του λέμε, τώρα θέλω αυτό, δώσ’το μου και τώρα δεν το θέλω, παρ’το. Όχι. Ωραία η σκέψη, μ’αρέσει όπως το είπες, αλλά ο Χριστός ότι μας δίνει, μας το δίνει με πολλή αγάπη και με πολλή σοφία και είναι πάντα για τη σωτηρία μας και για την ωφέλειά μας. Όταν κάνει, πως δεν ακούει, αυτό το κάνει γιατί, ή γιατί θέλει να μας εξασκήσει στην περισσότερη προσευχή ή γιατί δεν είναι για την ωφέλειά μας. Λέει ο Άγιος Ιωάννης στην Κλίμακα: “Παρακάλεσες μία τον Θεό για κάτι, παρακάλεσες δύο για κάτι, μετά την τρίτη σταμάτα να παρακαλείς. Δε θα γίνει”.
  • Καλή χρονιά σε όλους! Χαιρόμαστε, που είστε σήμερα μαζί μας Σεβασμιότατε!
  • Εύχομαι!
  • Φοβάμαι για την ημέρα που δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να ζήσουμε λόγο από ανθρώπους που η καρδιά τους φλέγεται για την αγάπη για το Χριστό και θέλω να ρωτήσω, τι γίνεται με τους γονείς οι οποίοι στέκονται εμπόδιο στα παιδιά τους, που η καρδιά τους φλέγεται και θέλουν να ακολουθήσουν την ιερωσύνη ή να ακολουθήσουν το μοναχισμό και οι γονείς θέλουν να τα κρατήσουν στον κόσμο, λέγωντάς τους, εντάξει, να αγαπάτε το Θεό, να είστε ευλαβείς, ευσεβείς, αλλά δεν είναι ανάγκη να αφιερωθείτε, τόσο πολύ στην αγάπη που νιώθετε.
  • Κοιτάξτε. Δεν είναι φυσικό, ο πατέρας και η μάνα να θέλουν τα παιδιά να είναι οι διάδοχοί τους; Το βρίσκω πολύ φυσικό, να θέλει ο πατέρας να παντρέψει το παιδί του, να μεγαλώσει η φύτρα του, η ρίζα του. Ότι έκανε αυτός, θέλει ο πατέρας να κάνει και ο γιος του και η μάνα να κάνει και η κόρη της. Είναι φυσικό μέχρι ένα σημείο να υπάρχει αντίδραση. Εγώ δεν βλέπω κάτι δαιμονικό όπως λένε μερικοί, αμάν δαιμονίστηκε και φωνάζει, θέλει το παιδί του να το στείλει στο μοναστήρι. Μέχρι ένα σημείο είναι φυσικό. Υπάρχουν μετά κάποιες ακραίες καταστάσεις που εκεί κάτι είναι πειρασμικό. Δεν θα μιλήσω για όλες. Θα πω όμως κάτι άλλο. Οι γονείς τη δουλειά τους και ο νέος και η νέα τη δουλειά τους. Απλά πράγματα. Εγώ θα καθήσω, αν αγαπώ, αυτό που αγαπώ, αν θέλω να γίνω, αυτό που θέλω να γίνω πραγματικά, δε με σταματάει ούτε η μάνα ούτε ο πατέρας. Θα πάω και θα γίνω μοναχός. Απλά πράγματα είναι, μην τα μπερδεύουμε. Κι ας μην δώσει ποτέ ευχή η μάνα. Κι ας μην δώσει ποτέ ευχή ο πατέρας. Μ’ αυτή τη λογική, ξέρετε, το να παραχωρείς δικαιώματα στους γονείς, εκεί που δεν τα έχουν, μπαίνουν οι γονείς, όχι μόνο στους μοναχούς και στις μοναχές, μπαίνουν και στην επιλογή των συντρόφων. Όχι δε θα πάρεις τη Λίτσα, θα πάρεις την Κατίνα, γιατί έχει καλύτερη περιουσία. Εγώ δε ρίχνω ευθύνη στους γονείς. Οι γονείς κάνουν αυτό που κάνουν. Άλλωστε δεν μιλώ σε γονείς σήμερα. Ρίχνω ευθύνες σε αυτούς που έχουν την κλίση και τάχα εξαιτίας των γονέων, δεν την εκπληρώνουν. Ο μοναχισμός, όπως έλεγε ο Όσιος Παϊσιος ο Αγιορείτης, είναι πήδημα στο κενό. Αν δεν κάνεις αυτό το πήδημα στο κενό, δηλαδή, να αισθανθείς εγκαταλειμένος από όλους, δεν θα σ’αγκαλιάσει ποτέ ο Θεός. Αν έχεις πίσω πατήματα στη μάνα, στον πατέρα, στην μικρή μου αδερφή που είναι μικρή και πρέπει να μεγαλώσει για να μην τραυματιστεί, καλύτερα κάτσε παντρέψου, νοικοκυρέψου, και να τελειώνει η υπόθεση.
  • Καλώς ορίσατε!
  • Ευχαριστώ διάκο μου!
  • Θα ήθελα να ρωτήσω, αν μπορείτε να μου σκιαγραφήσετε, τί θα πει μετάνοια. Δηλαδή, πώς μπορώ να αισθανθώ μετανοώντας. Για να σας βοηθήσω, να το κάνω πιο συγκεκριμένο. Για να μετανοήσω, πρέπει οπωσδήποτε και να εξομολογηθώ; Πριν από λίγο είπατε εσείς τη λύση και δώσατε τη λύση, “σήκω και προχώρει, έφυγε ο νους σου, μάζεψε το νου”. Με κάθε τέτοια κίνηση, πρέπει να περάσω, από τη διαδικασία της εξομολόγησης;
  • Είναι ωραία ερώτηση, είναι πολύ ωραία ερώτηση αυτή που είπε ο διάκος. Να σας πω. Είπε ο διάκος ότι, εγώ πρότεινα την εξομολόγηση και μου λέει όμως για κάθε διαδικασίοα, να έφυγε ο νους μου, να μαζέψω το νου μου, έχω έναν αισχρό λογισμό, να τον τιθασεύσω. Πρέπει κάθε φορά να περνάω από την εξομολόγηση; Δεν είναι άλλο πράγμα η μετάνοια και άλλο η εξομολόγηση; Πολύ σωστά διάκο μου. Άλλο πράγμα είναι η μετάνοια και άλλο είναι η εξομολόγηση. Ο Γέροντας Σωφρώνιος από το Έσσεξ, έλεγε το εξής: Ότι στον πνευματικό εξομολογούμαστε τους λογισμούς που κολλούνε, όχι αυτά που περνάνε συνεχώς από το μυαλό μας. Αυτά που ριζώνουν, εξομολογούμαστε στον πνευματικό πατέρα. Δηλαδή, θύμωσα εγώ τώρα με τη γερόντισσα, έτσι; Τι θα κάνω; Θα τρέξω αμέσως στον πνευματικό να πω, θύμωσα με τη γερόντισσα; Αν όμως, ριζώσει μέσα μου κακία και έχω κακία με τη γερόντισσα, ναι θα πάω. Θα πω, “Γέροντα ευλόγησον. Βοηθήστε με, έχω κακία στην γερόντισσα Θεοξένη”. Η μετάνοια είναι πολύ διαφορετικό πράγμα. Ξέρετε τι είναι μετάνοια παιδιά; Την ώρα που αμαρτάνω, προσέξτε, τι θα πω τώρα. Την ώρα που αμαρτάνω, που βρίσκομαι στην διαδικασία, απ’ την πρακτική διαδικασία της αμαρτίας, μέσα μου παράλληλα να αισθάνομαι έναν πόνο, διότι λειπώ την αγάπη του Θεού. Σας λέω, είναι σχέση η σχέση με το Θεό. Και η μετάνοια είναι δείγμα, τι σχέση έχουμε με το Θεό. Πονάω ή κάνω και δεν με ενδιαφέρει τίποτα και απλώς θα πάω κάποια στιγμή, να τα πω στον πνευματικό; Μου’ πε κάποιος, ένα νέο παιδί. Πάτερ, πώς θα δείξω εγώ έμπρακτα, ότι προχωρώ στην πνευματική ζωή; Θα αμαρτάνω λιγότερο, μου λέει; Και του είπα, όχι, μπορεί να αμαρτάνεις και περισσότερο. Και πώς, λέει, θα ξέρω ότι προχωρώ προς την πνευματική ζωή; Θα το καταλάβεις διότι, όσο θα προχωράς προς τον Χριστό, αυτός ο πόνος που αισθάνεσαι, όταν αμαρτάνεις, θα δυναμώνει, θα αυξάνει. Και κάθε φορά που θα αμαρτάνεις, ακόμα περισσότερο θα πονάς. Όχι γιατί αμάρτησες. Το γιατί αμάρτησα, αν πονάω, γιατί αμάρτησα, αυτό είναι εγωισμός. Γιατί ο Χριστός μου δίνει τέτοιο έλεος και τέτοια αγάπη και εγώ δεν μπόρεσα να ανταποκριθώ όπως θα’ θελα στη σχέση που θέλω. Γι’ αυτό ζητάω το έλεος του Θεού. Κι αυτός ο πόνος σιγά σιγά θα γίνεται να μαραζώσει και το πάθος. Και πολλά πάθη μπορεί να μην μαραζώσουν ποτέ και να τα πάρουμε μαζί μας στον τάφο. Αρκεί να έχουμε ένα “Κύριε ελέησον” στο στόμα μας παιδιά. Όσο για τα άλλα. Ότι πονούμε, λέει, εξομολογούμαστε. Τώρα θα τρελλαθούμε αν ψάχνουμε να βρούμε τους λογισμούς μας και τις αμαρτίες μας.
  • Πατήρ Βασίλειος.
  • Για τους πνευματικούς, είναι πολύ μεγάλο θέμα και θα ήθελα να ρωτήσω, εαν μπορεί κάποιος, κατ’ αρχάς, πρέπει απαραίτητα ο πνευματικός να είναι ιερωμένος, δηλαδή την ώρα που κάνει την εξομολόγηση να είναι και ο πνευματικός ή να είναι κάποιος άλλος; Γιατί, νομίζω ότι, πρέπει να υπάρχει θέμα εμπιστοσύνης.
  • Εξαγόρευση οι πατέρες κάνουμε και σε μοναχούς, κάνουμε και σε λαϊκούς, κάνουμε και πολλές φορές. Άλλο πράγμα είναι η εξαγόρευση, άλλο πράγμα είναι το μυστήριο της εξομολόγησης. Η εξομολόγηση είναι, διαβάζεις την ευχή και τελείωσε, αλλά εξαγόρευση, δηλαδή μια μορφή εξομολόγησης είναι και η εξαγόρευση και μπορούμε να το κάνουμε, όπου αισθανόμαστε ανάπαυση και ανθρώπους εμπιστοσύνης.
  • Γιατί πολλά παιδιά, θέλουν να πουν τον πόνο τους και να λύσουν τα προβλήματα τους και να βρουν την αλήθεια, αλλά αυτό μπορεί, να το βρίσκουν σε διαφορετικά πρόσωπα.
  • Α τώρα πόσοι έρχονται στη γερόντισσα; Για να μιλάει η γερόντισσα, έρχονται πολλοί νέοι. Αυτό είναι μια μορφή εξομολόγησης, εξαγόρευσης. Γίνεται το μυστήριο. Δεν είπε ο Χριστός, “εξομολογείσθε αλλήλοις”; Α, τα παραπτώματα. Μπορούμε να τα πούμε και σε έναν άνθρωπο, όμως προσέξτε, όχι σε οποιονδήποτε. Να είναι ένας άνθρωπος εγνωσμένης εμπειρίας, να μην πω και αρετής. Να πω εμπειρίας πνευματικής και να είναι εκκλησιαστικός άνθρωπος, να είναι μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Γιατί καμιά φορά, άλλο τώρα αυτό το χούι, έρχεται ένας περιοδεύων μοναχός, φωτισμένος και τρανός, περιφέρεται πολλές φορές ερήμην των μητροπολιτών και των μητροπόλεων, κάνει τον φωτισμένο, τρέχουμε όλοι εμείς, πάμε στον φωτισμένο, να φωτιστούμε. Δεν είναι υγιές αυτό.
  • Πάτερ θέλω να συμπληρώσω. Όλοι έχουμε, εδικά οι νέοι, μεγάλοι αγωνία για να βρουν την αλήθεια πολλές φορές. Το λόγο τον είχατε πει και για το Χριστό που κρούει την πόρτα. Νομίζω ότι όλοι εδώ μέσα, κανένας δεν κλείνει την πόρτα στο Χριστό επίτειδες. Αλλά το μεγάλο πρόβλημα, είναι όταν νομίζουμε ότι, την ανοίγουμε στο Χριστό, αλλά δεν την ανοίγουμε στο Χριστό. Όταν είμαστε σε λάθος δρόμο και πολλές φορές ακόμα και πνευματικό μπορεί να έχουμε και να μας γυρνάνε στο μυαλό μας όλα έτσι και να κάνουμε όπως θέλουμε εμείς στο μυαλό μας. Και να κάνουμε τον τρόπο που θέλουμε. Ποιο είναι το κριτήριο για να βρούμε αν όντως, όπως σας ρώτησε και το παιδί πιο πριν, αν όντως περπατάμε στο σωστό δρόμο ή αν τα έχουμε φτιάξει στο μυαλό μας, όπως θέλουμε εμείς;
  • Όταν ο Άγιος Συμεών ο Στυλίτης εκεί στην Αντιόχεια, στο Χαλέπι απ’έξω ανέβηκε στο στύλο, πρώτη φορά ήταν η άσκηση αυτή για τους πατέρες. Δεν είχε βιώσει η εκκλησία στυλίτες. Καοι σκανδαλίστηκαν πάρα πολλοί και λένε τί είναι αυτό που κάνει ο τρελλός, ανέβηκε πάνω σε ένα στύλο και δεν κατεβαίνει κάτω και πήγαν στους πατέρες της σκήτεως και η σύναξη της σκήτεως είπε: “Θα πούμε του Συμεών να κατέβει κάτω, ότι είπαν οι πατέρες της σκήτεως να κατέβεις κάτω. Αν κατέβει, είναι εκ Θεού και θα του πούμε να μείνει πάνω. Αν δεν κατέβει, είναι εκ της πλάνης”. Τί σημαίνει αυτό. Εαν πάτερ έχουμε μια πνευματική άποψη και δοκιμάζεται από τη γνώση, ενός επισκόπου, ενός κληρικού, ενός μοναχού και σου λέει, παιδί μου, αυτό που κάνεις δεν είναι σωστό. Αν εσύ επιμείνεις σε αυτό, αυτό σημαίνει ότι είσαι ήδη πλανεμένος. Αν όμως πεις, να’ναι ευλογημένος, αφού μου το λέτε εσείς, μου το συστείνετε εσείς, εγώ το παίρνω πίσω. Εκεί είναι του Θεού. Είναι απλά πράγματα, μην μπερδεύεστε.

Παιδιά ευχαριστώ πάρα πολύ! Ήσασταν πολύ καλοί μαζί μου!

Related Posts

Add Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.