Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά.
Τό γεγονός τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ γιά τή συνείδηση τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας τήν φλόγαν γιά τή συμμετοχή ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητος, ὥστε μ’ αὐτήν τήν ἀναστάσιμη φλόγα νά πορεύεται ἀταλάντευτη στούς αἰῶνες. Γι’ αὐτό τό λόγο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας εἶναι γιά ὁλόκληρο τόν κόσμο, καί ἰδιαίτερα γιά τόν Ὀρθόδοξο, «ἑορτή ἑορτῶν καί πανήγυρις πανηγύρεων» καί ὅλοι οἱ πιστοί «ἀγαλομένῳ ποδί» προσερχόμενοι «βασιλείας τε Χριστοῦ κοινωνήσωμεν» διά νά ἀπολαύσουμε τήν πλούσια πνευματική τράπεζα τοῦ Ἀναστάντος Λυτρωτοῦ μας. Ἡ κοινωνία τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν ὑψίστη τιμή τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ταυτόχρονα, βασιλεία καί κοινωνία χωρίς αἰωνιότητα θά ἦταν μάταιη στήν πορεία τῆς ἀνθρωπότητος. Ἄρα, ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό ἐπιστέγασμα τῆς Βασιλείας καί τήν πιστότητα ὅτι ὑπάρχει αἰωνίως.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μέ ἐμφανή ἐνθουσιασμό ἔδωσαν στά συγγράμματά τους ἀληθινή διάσταση στό μεγάλο γεγονός τῆς Ἀναστάσεως. Στό περί ἀνακεφαλαιώσεως ἔργο τοῦ Ἁγίου Εἰρηναίου Ἐπισκόπου Λουγδούνου ἐντάσσεται τό γεγονός τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ στό γενικότερο σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, σε μία βασιλεία πού ἔχει παρελθόν παρόν καί μέλλον στό θεανδρικό Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπου συντελέσθηκε ἡ ἀναδημιουργία τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου καί ὁλόκληρης τῆς κτίσεως. Ἡ ἐνανθρώπηση καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι οἱ δύο κορυφαῖοι σταθμοί τοῦ ἔργου τῆς Θείας Οἰκονομίας. Διά τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου, ὁ Θεός εἰσέρχεται στήν ἱστορία, κατά ἄλλους, στήν θεραπεία τῆς Δημιουργίας, ἐνῶ διά τῆς Ἀναστάσεώς Του, ὁ ἄνθρωπος εἰσέρχεται στήν αἰωνιότητα.
Ἡ ἔπαρση τοῦ χοϊκοῦ Ἀδάμ ἀπέκοψε τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τή ζωή καί τό ὁδήγησε στόν πνευματικό θάνατο. Ἀντίθετα, ἡ ἔσχατη ὑπακοή καί ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ νίκησε τό θάνατο καί ἐπανένωσε τήν ἀνθρωπότητα μέ τή ζωή. Τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ ἔγινε αἰτία νά ξαναγίνει πάλι ὁ ἄνθρωπος ἀθάνατος. Ἡ ἁμαρτία, ἡ ὁποία προῆλθεν ἐκ τοῦ ξύλου, ἐξαλείφθηκε διά τοῦ ξύλου τῆς ὑπακοῆς, ἐπί τοῦ ὁποίου ἐσταυρώθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου. Ὑπακούων στό Θεό, συνετέλεσε στήν κατάργηση τῆς γνώσεως τοῦ κακοῦ. Ἔτσι, ἄνθισε στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων ἡ γνώση τοῦ καλοῦ. Ἐπειδή τό κακό συνίσταται στήν ἀνυπακοήν, τό καλό συνίσταται στήν ὑπακοήν. Ὥστε διά τῆς μέχρι θανάτου, καί δή θανάτου Σταυροῦ ὑπακοῆς Του, ἐξιλέωσε τήν ἀρχαία διά τοῦ ξύλου προκληθεῖσαν ἀνυπακοή. . . Ἦταν δίκαιο καί ἀναγκαῖο, αὐτός ὁ ὁποῖος, κατέστη ὁρατός, νά ὁδηγήση ὅλα τά ὁρατά στή συμμετοχή τοῦ Σταυροῦ Του καί ἔτσι ὑπό τήν ὁρατή Του μορφήν καί ἐπίδραση ἔγιναν τά πάντα καί αἰσθητά.
Ὁ Ἀναστάς Χριστός, ἀνακεφαλαίωσε στόν ἑαυτό του τόν πεπτωκότα ἄνθρωπο καί διά τοῦ ἑκουσίου Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεώς Του συνέτριψε ὁλοκληρωτικά καί μόνιμα τό κράτος τοῦ διαβόλου καί κατήργησε τόν «ὁλετήρα τῆς κτίσεως». Ἔδωσε ὅμως καί κανόνες ζωῆς οἱ ὁποῖοι ὅταν ἀκολουθηθοῦνται ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο καί τήν κτίση, στήν ἀληθινή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, σέ ἕνα ἀληθινό ἠθικό βίο παλαιό, σύγχρονο καί αἰώνιο, πιστά τοποθετημένο στήν ἀλήθεια πού εἶναι ὁ Χριστός.
Τά σύγχρονα προβλήματα προκαλοῦν τήν Ἐκκλησία καί τήν ἐξωθοῦν σέ ἐπανερμηνεία καί ἐπαναθεώρηση τῶν παραδοσιακῶν Της ἀντιλήψεων. Πλανῶνται ἐρωτήματα: ῎Εχει ἡ Ἐκκλησία τά ἀπαραίτητα ἐφόδια γιά νά δώσει ἀπάντηση σέ ἐρωτήματα, τά ὁποῖα ἐπιτακτικά θέτει ἡ σύγχρονη κοινωνία καί ἐπιστήμη; Μήπως ὁ λόγος Της εἶναι μόνο πνευματικός καί δέν μπορεῖ νά εἶναι συμβατός μέ τήν πραγματικότητα τῆς ἐξελίξεως; Μήπως τό δόγμα, ἡ πίστη τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐπέβαλε ἕνα τυποποιημένο ἦθος, τό ὁποῖο χαρακτηρίζει ἡ ἀκαμψία, ἡ ἀνελαστικότητα καί ἡ ἀδυναμία προσαρμογῆς στή νέα πραγματικότητα; Γιά ὅλα αὐτά τά ἐρωτήματα ἡ Ἐκκλησία ἔχει λόγο ὁ ὁποῖος δίνει ἀληθινές ἀπαντήσεις χωρίς νά παρεκκλίνει ἀπό τήν παραδεδομένη διδασκαλία Της.
Στή σκέψη τῶν ἑλλήνων Πατέρων, τό ἦθος καί ἡ ἠθική προσδιορίζουν τόν χριστιανικό τρόπο ζωῆς, τόν ὁποῖον προβάλλει καί ἐπαγγέλλεται ἡ Ἐκκλησία.
῾Η δημιουργικότητα εἶναι συνυφασμένη μέ τή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ἔχει μιά μοναδικότητα στό στερέωμα τοῦ κτιστοῦ κόσμου. ῾Ο ἄνθρωπος ὡς «ψυχή ζῶσα» εἶναι δημιουργικό πνεῦμα, ἔχει δηλ. στή φύση του κάτι ἀπό τή θεία δημιουργικότητα. Αὐτό εἶναι πράγματι εὐλογία, τή σημασία τῆς ὁποίας ἀναγνωρίζει καί ἐξαίρει κάθε νοήμων ἄνθρωπος. ῾Ωστόσο, ὁ ἄνθρωπος ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ὀφείλει νά λειτουργεῖ κριτικά. ῎Αν ἡ δημιουργικότητα εἶναι ἀνεξέλεγκτη καί ἄκριτη, τότε παύει νά εἶναι αὐθεντική. ῾Η «διάκρισις τῶν πνευμάτων» εἶναι ἀνάγκη νά συνοδεύει τή δημιουργικότητα. Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοση ἡ δημιουργικότητα βρίσκει τήν ὁλοκλήρωσή της ὅταν διασώζεται ἡ θεία προέλευσή της. Κατά συνέπεια, ἡ ᾿Ορθόδοξη ἠθική εἶναι ρεαλιστική, ἀλλά συγχρόνως καί ἔντονα ἀσκητική καί ἐσχατολογική.
Σέ ποιά ἄλλη θρησκεία συναντάται τόση ἀγάπη, κένωση, θυσία καί προσφορά τοῦ Δημιουργοῦ πρός τή Δημιουργία; Ὁ μικρόκοσμος καί ὁ μακρόκοσμος ἐντάσσονται στό ἔργο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ὁ μικρόκοσμος δηλ. ὁ ἄνθρωπος, ἐπιφορτίζεται καί πάλι τό σκοπό καί τή διακονία του στή Δημιουργία. Καλεῖται νά δημιουργεῖ κριτικά, νά ὁδηγεῖ στό Χριστό πρωτίστως τόν ἑαυτόν του καί δι’ αὐτοῦ τό κόσμημα, τόν κόσμον, πού τοῦ προσέφερε ὁ Θεός γιά νά ζήσει, καί νά παραδώσει δημιουργικά στίς ἐπερχόμενες γενεές. Νά ἀκολουθήσει ἕναν τρόπο ζωῆς πού θά φέρει τά στίγματα τοῦ παθόντος καί ταφέντος καί Ἀναστάντος Χριστοῦ, τῆς ἀγάπης, τοῦ σεβασμοῦ, τοῦ καλοῦ, ὅπως ἀκριβῶς τό δημιούργησε ὁ Θεός. Τά τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καθένα μέ τήν ἐνέργειά του, διακονεῖ στό ἔργο αὐτό. Ἡ ἐνανθρώπηση ἀνετέθη ἀπό τόν Πατέρα στόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό, ὁ ὁποῖος, «μορφή δούλου λαβών» ὁμοιώθη τοῖς ἀνθρώποις πλήν τῆς ἁμαρτίας καί δίδει τρόπους ζωῆς στήν σκοτεινή ζωή τῆς ἀνθρωπότητος, διέξοδα στά ἀδιέξοδα, προσφέρει στό μίσος ἀγάπη, στήν σκληρότητα καλοκαγαθία, στήν ἔπαρση ταπείνωση, στή φυγοπονία αὐτοθυσία, στόν θάνατο ἀνάσταση, στήν ὕπαρξη αἰωνιότητα.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Προσδοκία ὅλων εἶναι τό αἰώνιον Πάσχα. Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ὑπενθυμίζει ἕκαστον ἔτος τό Πάσχα ὡς παρελθόν καί παρόν. Μᾶς δίδει τρόπους ἐλευθερίας γιά νά ἀπελευθερωθοῦμε ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, νά διαβοῦμε ἀπό τό θάνατο τῆς ἁμαρτίας στήν ἐκ τάφου ἀνατέλουσα ζωή τῆς σωτηρίας. Νά χαροῦμε λαμπροφανῶς. Νά προσδοκοῦμε τό αἰώνιο Πάσχα στό ὁποῖον θά συνδοξαζόμαστε μετά τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.
Χριστός Ἀνέστη!
Μέ πατρικές εὐχές
Ὁ Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου
Δαμασκηνός