Ομιλία της Α. Θ. Παναγιότητος
του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου
κατά την Έναρξιν του εν Κωνσταντινουπόλει Οργανουμένου Σεμιναρίου
Στελεχών Νεότητος των Ιερών Μητροπόλεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου
(2 Μαίου 2014)
* * *
Προσφιλείς μας νέοι,
Χριστός Ανέστη!
«Ως χαρίεν εσθ᾿ άνθρωπος όταν άνθρωπος η» (Μαίανδρος).
Η αγάπη του Αναστάντος Χριστού μας συνεκέντρωσε σήμερoν εις την Κωνσταντινούπολιν, εις την έδραν της Μητρός Εκκλησίας, κατά την χαρμόσυνον αυτήν πασχαλινήν περίοδον, κατά την οποίαν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ως χαρίεντες άνθρωποι «Πάσχα κροτούμεν αιώνιον», «Πάσχα μέγα, Πάσχα των πιστών».
Εκφράζομεν και διαδηλούμεν, λοιπόν, την χαράν μας, την επαυξάνουσαν την πασχαλινήν ημών ευφροσύνην, διότι βλέπομεν τα φωτεινά πρόσωπά σας, τα οποία μας είναι ήδη εκ παλαιού γνωστά και αγαπητά, αλλά και διότι γνωρίζομεν και νέους φίλους, κληρικούς και λαικούς, οι οποίοι διακονείτε την νεότητα εις τας ανά την οικουμένην επαρχίας του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου. Απευθύνομεν προς όλους σας τον θερμόν πατρικόν μας χαιρετισμόν και την Πατριαρχικήν μας ευχήν να μείνετε πάντοτε ακμαίοι νέοι και να συνεχίζετε να διακονήτε και να κατευθύνετε την νέαν γενεάν κατά τας επιταγάς του Ευαγγελίου του Χριστού, δηλαδή, κατά την αποστολικήν προτροπήν, προς «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή», ώστε να λογίζωνται οι νέοι «την αρετήν και τον έπαινον» (πρβλ. Φιλ. δ΄ 8-9), να είναι όντως «χαρίεντες νέοι».
Σας ευχαριστούμεν ιδιαιτέρως, αγαπητοί φίλοι, διά την ανταπόκρισίν σας εις την πρόσκλησιν της Μητρός Εκκλησίας και ήδη συμμετέχετε της επικαίρου αυτής συναντήσεως ανταλλαγής απόψεων και εμπειριών. Εις το πρόσωπόν σας ευχαριστούμεν τους Ποιμενάρχας των θεοσώστων επαρχιών του Θρόνου, οι οποίοι ανταπέκριθησαν εις την πρόσκλησιν ταύτην του Οικουμενικού Πατριαρχείου και απέστειλαν στελέχη των υπό την ευθύνην των λειτουργούντων γραφείων νεότητος, προς ανταλλαγήν σκέψεων και εμπειριών επί του ζωτικού θέματος της διακονίας της νεότητος με σκοπόν την σύστασιν ενός δικτύου διά την διακονίαν της νεότητος υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ωσαύτως, χαιρετίζομεν τους αντιπροσώπους των Αγιωτάτων Εκκλησιών Κύπρου, Ελλάδος και Αλβανίας εν τω μέσω ημών και ευχόμεθα ευχάριστον την διαμονήν σας εις την Πόλιν μας και παραγωγικόν τον συμπνευματισμόν σας μετά πάντων των λοιπών μετεχόντων.
Εμελετήσαμεν προσωπικώς και εν συνεργασία με την αρμοδίαν Επιτροπήν Νεότητος του Πατριαρχείου μας και εν συνεχεία εις την Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον την οργάνωσιν της εκδηλώσεώς μας αυτής, διότι γνωρίζομεν τον αγώνα τον οποίον σείς καθημερινώς διεξάγετε διά να δώσετε εις την νεότητα μίαν προοπτικήν πνευματικής ζωής εντός μιάς κοινωνίας η οποία ολονέν και περισσότερον στρέφεται προς την λατρείαν της ύλης και την περιφρόνησιν της ψυχής, ώστε να ομοιάζη συχνάκις με την Βιβλικήν Βαβυλώνιον κάμινον. Εις αυτήν την κάμινον οι νέοι, οι οποίοι επιθυμούν κάτι ανώτερον, δηλαδή την κοινωνίαν με τον Θεόν και την τήρησιν των σωτηρίων εντολών Του, ομοιάζουν με τους Τρείς Παίδας των Εβραίων, οι οποίοι είχον ριφθή εις αυτήν από τον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, επειδή επίστευον εις τον δημιουργόν του παντός Κύριον και Θεόν.
Καί εάν τότε ο βασιλεύς, δηλαδή, κατά παραλληλισμόν, η σύγχρονος εξουσία, απήτει την λατρείαν του εαυτού του, ο σημερινός καταναλωτικός πολιτισμός, ο πολιτισμός της πτώσεως, όπως ευστόχως έχει χαρακτηρισθή, τείνει να μεταμορφώση κάθε άνθρωπον εις Ναβουχοδονόσορα, ο οποίος λατρεύει το αυτοείδωλόν του, και εις την θέσιν του Θεού έχει τοποθετήσει τον εαυτόν του. Αυτόν τον εαυτόν του προσπαθεί να υπηρετήση με κάθε τρόπον. Καί ατυχώς, ήδη από την παιδικήν του ηλικίαν, ο άνθρωπος διδάσκεται υπό της συγχρόνου κοινωνίας να ικανοποιή τας εγωιστικάς επιθυμίας του, πιστεύων ότι εις την ικανοποίησιν των επιθυμιών ευρίσκεται η αληθής ευδαιμονία.
Ο Ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύων το βιβλίον της Γενέσεως, δηλαδή την δημιουργίαν του σύμπαντος και του ανθρώπου, μας διδάσκει ότι οι νέοι «το παρόν μόνον ηδύ ορώντες, την μετά ταύτα οδύνην ου λογίζονται». Διό και πρέπει «πολλήν της αρετής ποιείσθαι την επιμέλειαν, και της των νέων σωφροσύνης επιμελείσθαι» (Εις την Γένεσιν ΝΘ΄, P.G. 54, 519).
Αυτή είναι ακριβώς ανά τους αιώνας η διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και η μαρτυρία του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου: Ότι δηλαδή αυτός ο οποίος επιθυμεί να ζήση χριστιανικώς πρέπει να μάθη να νεκρώνη τον παλαιόν άνθρωπον, «συν τοις παθήμασι και ταίς επιθυμίαις» αυτού. «Λέγω δε, πνεύματι περιπατείτε και επιθυμίαν σαρκός ου μη τελέσητε. Η γαρ σαρξ επιθυμεί κατά του πνεύματος, το δε πνεύμα κατά της σαρκός˙ ταύτα δε αντίκειται αλλήλοις» (Γαλ. ε΄, 16-18). Την μάχην αυτήν κατά των επιθυμιών της σαρκός οφείλομεν να εμφυσήσωμεν ως αποφασιστικόν στοιχείον εις την ζωήν κάθε νέου ο οποίος επιθυμεί να ζήση εν Χριστώ.
Η μάχη αυτή είναι η αρετή και μόνον. «Πάντα μεν ανθρώπων, αλλότρια τούδε βίοιο˙ η δ᾿ αρετή βροτέη, τούτο μόνον βιοτή» (όλα τα πράγματα των ανθρώπων είναι ξένα για την ζωή αυτή. Η ανθρωπίνη αρετή μονάχα, αυτή είναι η ζωή) κηρύττει βιωματικώς ο Θεολόγος Γρηγόριος (Έπη Θεολογικά, Ποίημα ΛΑ΄, Γνωμικά δίστιχα, P.G. 37, 913).
Η Κωνσταντινούπολις, και ιδιαιτέρως το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, είναι εις τόπος ή ορθότερον, εν βίωμα αρετής. Όλοι οι ορθόδοξοι χριστιανοί επιθυμούν μίαν ημέραν να επισκεφθούν την Πόλιν και την Μητέρα Εκκλησίαν. Θέλουν να γνωρίσουν την ιστορίαν της, τα περίφημα μνημεία της, την ωραιότητά της. Δεν εκλαμβάνουν όμως την Κωνσταντινούπολιν και την έδραν του Πατριαρχείου μας ως ένα αξιοθαύμαστον χώρον διατηρήσεως του βυζαντινού πολιτισμού, εν ζωντανόν μουσείον περιωπής, το οποίον μας μεταφέρει εις το ένδοξον παρελθόν. Την βιώνουν ως θεσπίσασαν το δόγμα, κρατούσαν και κηρύττουσαν την ορθήν πίστιν και μαρτυρούσαν το ορθόδοξον φρόνημα, δηλαδή την αρετήν. Διά το Πατριαρχείον μας και την μαρτυρίαν της διδασκαλίας του ανά τους αιώνας θα ηδύνατο ευχερώς να επαναληφθή η ρήσις του Αγίου εκ των Πατριαρχών Γρηγορίου του Θεολόγου, του μέλος εναρμονίσαντος θεολογίας και ποιήσεως: «Μεσάτη δε κακών αρετή κατάκειται ως ρόδον εν στυγερήσι και οξείησιν ακάνθαις» (Η αρετή βρίσκεται εις την μέσην των κακών όπως το ρόδον ανά μέσον εις τα άγρια και σκληρά αγκάθια) (Έπη Θεολογικά, Ποίημα Β΄, υποθήκαι παρθένοις, P.G. 37, 594).
Απαραίτητος προϋπόθεσις της επιτυχίας μιάς εξωτερικής δραστηριότητος εντός της Εκκλησίας, την οποίαν διακονούμεν, είναι ασφαλώς η έντονος εσωτερική, πνευματική και λειτουργική ζωή. Δηλαδή η «συνομιλία ενώπιος ενωπίω με τον Θεόν». Αυτή η ζωή εν Πνεύματι, η συνοδοιπορία με τον ταφέντα και αναστάντα Κύριον, είναι η μυστική πηγή από την οποίαν πρέπει να εκπορεύεται κάθε δραστηριότης, εάν επιθυμούμεν νεολαίαν όχι αιχμάλωτον, αλλά βιούσαν Πάσχα, δηλαδή ανάστασιν. Επιγραμματικώς επισημαίνομεν και τονίζομεν: Η ανάστασις είναι ευφροσύνη και χαρά και ζωή, η αιχμαλωσία είναι καταδίκη, πόνος, θλίψις, στενοχωρία, πάθος, άρνησις της ζωής.
Εάν η βυζαντινή Κωνσταντινούπολις απετέλεσε μίαν εξαιρετικήν εστίαν πολιτισμού, εμποτισμένην με τας αξίας του Ευαγγελίου, δεν είναι επειδή εδώ οι χριστιανοί και οι κληρικοί αυτής έκτιζον Αγίας Σοφίας, αγιογραφούσαν ψηφιδωτά και τοιχογραφίας, καλλιγραφούσαν χειρόγραφα, άνοιγαν σχολεία, εσμίλευον θαυμαστά έργα μικροτεχνίας, αλλά κυρίως επειδή επεζήτησαν πρώτον να κυριαρχήσουν εις τα πάθη των και να εμποτισθούν από το Άγιον Πνεύμα, επιτυγχάνοντες την εντός της καρδίας «βασιλείαν του Θεού» και την μυστικήν ειρήνην της χαράς της αναστάσεως, την οποίαν ουδεμία τεχνολογική πρόοδος και ουδεμία επιστήμη δύνανται να προσφέρουν.
Όταν, λοιπόν, ομιλώμεν διά την πνευματικήν παράδοσιν, την οποίαν καταβάλλομεν προσπαθείας όλοι οι εργάται της Εκκλησίας μας, να κρατήσωμεν, εννοούμεν μίαν ζωντανήν μυστικήν και μυστηριακήν ανάμνησιν της ζωής των Αγίων, εννοούμεν τον χαρίεντα άνθρωπον του αρχαίου Μαιάνδρου, δηλαδή το «μέγα τραύμα», τον άνθρωπον και την αιχμαλωσίαν του, τον οποίον άνθρωπον ίασεν ο Χριστός με την εκ νεκρών ανάστασίν του (πρβλ. τροπάριον ακολουθίας Κυριακής του Θωμά) και τον κατέστησεν αληθώς χαρίεντα.
Αυτή η αναστάσιμος και χαρίεσσα παράδοσις, την οποίαν οι νέοι, η ελπίς του μέλλοντος της στρατευομένης Εκκλησίας και της κοινωνίας μας, καλούνται να διατηρήσουν και να συνεχίσουν, δεν είναι στατική ή φονταμενταλιστική ή προσωποκεντρική, αλλά μετάδοσις ζωής αυθεντικής εν Χριστώ Ιησού.
Ο φανατισμός και ο φονταμενταλισμός είναι έννοιαι ξέναι εις την παράδοσιν και εις το σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Δυστυχώς σήμερον με πολλήν λύπην διαπιστούμεν την εκδήλωσιν τοιούτων φαινομένων φονταμενταλισμού, εθνικού και θρησκευτικού, παγκοσμίως, ιδιαιτέρως όμως εσχάτως εις τον χώρον της Μέσης Ανατολής, τα οποία ήδη έχουν στοιχίσει αίματα πολλά και έχουν επιφέρει την εγκατάλειψιν υπό μεγάλου αριθμού χριστιανών των τόπων εις τους οποίους διά πρώτην φοράν διεδόθη το μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας.
Οφείλομεν, λοιπόν, να ευαισθητοποιηθώμεν όλοι, και ιδιαιτέρως η νεότης, να μη αδιαφορώμεν εις τα φαινόμενα αυτά, αλλά να πράττωμεν ο,τι δυνάμεθα διά την ενίσχυσιν των αδελφών μας χριστιανών, οι οποίοι ευρίσκονται αυτήν την στιγμήν ακόμη υπό διωγμόν και υπό καθεστώς φόβου και τρόμου.
Παρακολουθούμεν, με ενδιαφέρον και χαράν την πρόοδόν του έργου σας και τας εκφράσεις της γνησίας αγάπης σας διά την Εκκλησίαν και το Πατριαρχείον μας. Ευχόμεθα εκ βάθους καρδίας το σεμινάριον, το οποίον αρχίζει σήμερον να αποτελέση αφορμήν καλλιτέρας και μεγαλυτέρας συνεργασίας μεταξύ των διακονούντων την Ορθόδοξον Νεότητα εργατών.
Να αποτελέση, δηλαδή, αφορμήν καρποφόρου προβληματισμού διά της ανταλλαγής απόψεων και σκέψεων, ούτως ώστε να καλλιεργηθή ένα κοινόν βίωμα, ένα κοινόν φρόνημα, το φρόνημα της ορθοδόξου νεότητος, το οποίον εκφράζεται με την ορθόδοξον χριστιανικήν ζωήν, ώστε να γινώμεθα όλοι, νέοι και πρεσβύτεροι, συνεχισταί του πνεύματος των αγίων Πατέρων της Ορθοδόξου παραδόσεώς μας.
Όταν προσλάβωμεν το κοινόν τούτο φρόνημα των Πατέρων, ως το περιγράφουν οι Άγιοι Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Γρηγόριος ο Θεολόγος και σύμπας ο χορός των αγίων Πατέρων, και το καλλιεργήσωμεν, θα δυνηθώμεν να αισθανώμεθα το έγγισμα και το άγγιγμα του Θεού και θα έχωμεν μίαν ενιαίαν φωνήν, και ένα κοινόν δεσμόν, ο οποίος δεν θα επηρεάζεται από τας γεωγραφικάς αποστάσεις και τας μεταξύ ημών γλωσσικάς, πολιτιστικάς, εθνικάς και κοινωνικάς διαφοράς.
Ιδού το ενώπιόν σας ιερόν έργον, αδελφοί και τέκνα, το οποίον συνίσταται εις την επιτυχίαν της διδασκαλίας εις τους νέους ανθρώπους να εμπιστεύωνται τον Θεόν: «Πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Επιγραμματικώς: το έργον σας έγκειται εις την επιτυχίαν της εμπειρίας να θέλουν οι νέοι να αγαπούν και όχι να τους αγαπούν.
Είναι προτιμότερον, αντί να ομιλώμεν περί του Θεού εις τους νέους, να βιώνωμεν τον Θεόν και να τους αγαπώμεν. Να τους μάθωμεν να ζούν εις αδιάλειπτον κοινωνίαν με τους αγίους, εις ένα κόσμον μεταμορφούμενον πέραν της καθημερινότητος.
Μεγάλην σημασίαν, διά τους νέους ειδικώτερον, έχει το πρόσωπον του πνευματικού πατρός. Τούτο το μυστήριον ημπορεί να βιωθή με οιονδήποτε πνευματικόν, αλλά γίνεται πλέον εύγλωττον, όταν ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι εξησκημένος εις τα του Θεού και προικισμένος εις την καθοδήγησιν πιστών. Η πνευματική πατρότης είναι μία αρμονική συνεργία του προσερχομένου πιστού, και ειδικώς του νέου ανθρώπου, ο οποίος θέτει τας πνευματικάς βάσεις δι᾿ όλην του την ζωήν, και του πνευματικού πατρός, με σκοπόν την παιδαγωγίαν της ελευθερίας και την καλλιέργειαν της προσωπικότητος.
Η μαθητεία αυτή εις ένα πνευματικόν πατέρα δεν οδηγεί -και δεν πρέπει να οδηγή- εις προσωπολατρείαν, αλλά εις πνευματικήν καρποφορίαν, διά της ταπεινώσεως και της ανδρείας. Ο γνήσιος πνευματικός πατήρ σέβεται την προσωπικότητα του νέου και απόδειξις του σεβασμού τούτου είναι ότι ουδέποτε επιθυμεί ή επιδιώκει να λάβη ο ίδιος αποφάσεις αντί του προσερχομένου εις αυτόν. Η πρωτοβουλία διά την πορείαν προς τον Θεόν ανήκει εις τους νέους. Ο πνευματικός είναι το στήριγμα εις αυτήν την πορείαν.
Αγαπητοί υπεύθυνοι και εκπρόσωποι των γραφείων νεότητος των Ιερών Μητροπόλεων και των Αρχιεπισκοπών του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Πέραν των ανωτέρω σκέψεων όσον αφορά εις τα προβλήματα των νέων σήμερον και εις τον τρόπον αποδοτικής προσεγγίσεως αυτών, επιθυμούμεν να σας μεταφέρωμεν ωρισμένας εμπειρικάς σκέψεις και προτροπάς ημών, αποβλεπούσας εις την αποδοτικωτέραν οργάνωσιν και επιτέλεσιν του σπουδαίου έργου σας, ώστε να διαπιστώνετε και να διακρίνετε: «ποιός κρύβεται μέσα στο δειλινό και συνεχώς ανεβάζει τους δείχτες;» (Αυστραλίας Στυλιανός).
Σκοπός της συναντήσεώς μας, είναι να ανταλλάξωμεν τους προβληματισμούς μας διά την αποτελεσματικωτέραν οργάνωσιν και προσφοράν των Γραφείων Νεότητος των Επαρχιών του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου, διότι, ως γνωστόν, από την επιτυχίαν της αγωγής των νέων εξαρτάται εν πολλοίς η ανάδειξις πιστών εργατών εις τον αμπελώνα του Κυρίου αλλά και πιστών μελών της Εκκλησίας. Γνωρίζετε, βεβαίως, ότι ο εχθρός της Εκκλησίας προσπαθεί να παγιδεύση κυρίως την άπλαστον ακόμη νεότητα και να την παρασύρη εις τον δρόμον της αδιαφορίας διά την πίστιν και του κακού γενικώτερον, και ότι ασφαλώς καθήκον μας είναι να προσπαθήσωμεν να διατηρήσωμεν την έμφυτον καθαρότητα των διαθέσεων και των ψυχών των νέων αλλά και να προσπαθήσωμεν να ανορθώσωμεν νέους παρασυρθέντας εις τα μύρια καταστροφικά μονοπάτια, τα οποία αι σειρήνες του κόσμου διατυμπανίζουν ως τα πλέον ευχάριστα και ελκυστικά δι᾿ αυτούς.
Επομένως, το σεμινάριόν μας έχει να κάνη ένα θεμελιώδες έργον. Πρέπει να καταστρώση τας βασικάς κατευθυντηρίους γραμμάς, επί τη βάσει των οποίων θα κινηθούν κατά τα προσεχή έτη αι προσπάθειαι των Γραφείων Νεότητος. Ασφαλώς, κατά περιόδους θα πρέπει να συζητώνται τα αποτελέσματα των χαραχθεισών δράσεων και να γίνωνται αι πρέπουσαι αναθεωρήσεις και βελτιώσεις, με κριτήριον τα πορίσματα της αποκτωμένης πείρας.
Τα εις την διάθεσίν μας μέσα είναι κατά το πλείστον γνωστά. Ο προφορικός λόγος, ο οποίος εκφέρεται κατά διαφόρους συνάξεις, και ο οποίος έχει το μειονέκτημα ότι γίνεται ακουστός από σχετικώς περιωρισμένον αριθμόν νέων και δη αυτών οι οποίοι προσέρχονται εις τας συνάξεις. Παραλλήλως, υπάρχει δυνατότης εκφοράς προφορικού λόγου, μέσω ραδιοφωνικών εκπομπών, και εσχάτως προφορικού ή και γραπτού λόγου μέσω του Διαδικτύου. Ασφαλώς, όλοι έχομεν προβληματισθή και σκεφθή πιθανάς βελτιώσεις των μεθόδων και του περιεχομένου του λόγου τούτου και περί των τρόπων προσελκύσεως των νέων εις το να ακροασθούν τον λόγον αυτόν, διότι ο διαθέσιμος χρόνος των περισσοτέρων νέων είναι μικρός και η προσέλευσις εις τας συνάξεις έχει τας δυσχερείας της.
Η καταλληλοτέρα χρήσις του γραπτού και εντύπου λόγου, ειδικώς του απευθυνομένου προς τους νέους, πρέπει επίσης να γίνη αντικείμενον εμπεριστατωμένης μελέτης. Ενδεχομένως, η μετάφρασις επιτυχών εκδόσεων διά νέους από μιάς γλώσσης εις άλλην ή άλλας να είναι αναγκαία και χρήσιμος. Εφ᾿ όσον βεβαίως τα σχετικά κείμενα ήθελον κριθή και αποδειχθή ελκυστικά και κατατοπιστικά διά τους νέους.
Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της Εκκλησίας πρέπει να εξαίρωνται ως πλήρη αγάπης και συγχωρήσεως και αποδοχής της μετανοίας και η μετάνοια να χαρακτηρίζεται ως χαροποιός κάθαρσις, και απαλλαγή από καταθλίψεων και άγχους. Διότι ενίοτε η εικών του μετανοούντος περιγράφεται ως θλιβερά, ενώ κατ᾿ αλήθειαν είναι χαροποιός.
Η συμμετοχή των νέων εις την λατρείαν πρέπει να συνιστάται και ει δυνατόν να οργανώνωνται λατρευτικαί συνάξεις εις τόπους και χρόνους οι οποίοι να ευνοούν την προσέλευσιν των νέων.
Ευνοικόν αποτέλεσμα ελπίζομεν ότι θα είχεν η οργάνωσις ανταλλαγών νέων εκ διαφόρων Ιερών Μητροπόλεων ή Εκκλησιών, διότι η αναπτυσσομένη φιλία και αι αγαθαί αναμνήσεις συμβάλλουν εις την διατήρησιν του ζήλου διά την πνευματικήν καλλιέργειαν και διά την αποφυγήν των κακών συναναστροφών.
Περαιτέρω, η οργάνωσις κατασκηνώσεων ή φιλοξενιών εις ενδεχομένως διαθέσιμα κατάλληλα καταλύματα και ο εμπλουτισμός αυτών διά ωφελίμων προγραμμάτων πνευματικών ενασχολήσεων δύναται, όπου αι συνθήκαι το επιτρέπουν, να χρησιμοποιηθή.
Επί πλέον, κάθε άλλη εφαρμόσιμος ιδέα ημπορεί να χρησιμοποιηθή και ασφαλώς η ανταλλαγή απόψεων περί της εφαρμογής αναλόγων πρωτοβουλιών θα είναι καρποφόρος, διότι θα εμποδίση την εφαρμογήν ανεπιτυχών προγραμμάτων ή θα εμπλουτίση μερικάς αρχικάς ιδέας, ώστε κατά την εφαρμογήν των να γίνουν ελκυστικώτερα και αποδοτικώτερα.
Όλα αυτά προϋποθέτουν στενοτέρας επικοινωνίας και συνεργασίαν των υπευθύνων νεότητος των Ιερών Μητροπόλεων διά την ανταλλαγήν σκέψεων και ιδεών, ώστε και βεβιασμέναι πρωτοβουλίαι να αποφεύγωνται και όσα γίνονται να έχουν επαρκώς ζυγισθή και εκτιμηθή και βελτιωθή εν σχέσει με την αρχικήν σύλληψίν των.
Η Εκκλησία μας χρησιμοποιεί πάντα τα εις την διάθεσίν της μέσα διά να συνομιλή μετά των πιστών και να τους μεταφέρη το χαρμόσυνον μήνυμα του Ευαγγελίου. Εχρησιμοποίησεν ανέκαθεν τον προφορικόν και τον γραπτόν λόγον, το βιβλίον, την αλληλογραφίαν, την εικονογραφίαν, την αρχιτεκτονικήν , τα σύμβολα, την μουσικήν.
Ήδη εις την εποχήν μας ενεφανίσθη ένας ακόμη τρόπος επικοινωνίας, το Διαδίκτυον. Το Διαδίκτυον προσφέρει πολλάς και ποικίλας δυνατότητας, ιδίως εις τον τομέα των κοινωνικών δικτυώσεων, αι οποίαι ασφαλώς δύνανται να χρησιμοποιηθούν. Απαιτείται βεβαίως μεγάλη προσοχή και περίσκεψις ως προς τον τρόπον και το ήθος των επικοινωνιών αυτών, διότι ενέχουν και κινδύνους, όπως όλα, άλλωστε, τα μέσα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι επειδή κυκλοφορούν και επιβλαβή βιβλία, δεν θα εκδίδη η Εκκλησία τα ωφέλιμα. Δηλαδή, δεν σημαίνει ότι, επειδή τα κοινωνικά δίκτυα χρησιμοποιούνται από κακοποιούς ή ψευδολόγους ή άλλους, οι οποίοι προσπαθούν να πλανήσουν τους νέους, δεν πρέπει να τα χρησιμοποιήση και η Εκκλησία. Αντιθέτως μάλιστα, πρέπει να τα χρησιμοποιήση ευρέως, ώστε ο ενδιαφερόμενος να ευρίσκη εις το Διαδίκτυον τον ιστοχώρον ο οποίος ικανοποιεί τα πνευματικά ενδιαφέροντά του.
Ο χρόνος τον οποίον θα αφιερώση ένας πνευματικός διά να επικοινωνήση μέσω του Διαδικτύου και ιδίως μέσω των κοινωνικών δικτυώσεων με τους νέους, εάν βεβαίως υφίσταται μεγάλη γεωγραφική απόστασις μεταξύ αυτού και του συνομιλητού του, δυνατόν να αποβή χρησιμώτατος και αποτελεσματικώτατος, εάν ομιλή κατά Θεόν και δεν προβάλλη προσωπικάς του απόψεις. Το Διαδίκτυον προσφέρει και την δυνατότητα τηλεδιασκέψεων μεταξύ των υπευθύνων νεότητος εις τακτά χρονικά διαστήματα προς ανταλλαγήν απόψεων επί διαφόρων θεμάτων, χωρίς μάλιστα έξοδα ταξιδίων και σπατάλην χρόνου. Εις το σημείον βεβαίως τούτο πρέπει να προσεχθή μία σοβαρά παράμετρος: Επειδή το διαδίκτυον προσφέρει πολλάς τεχνικάς δυνατότητας, ακόμη και την δι᾿ εικόνος επικοινωνίαν, δεν θα πρέπει να υποκαταστήση την πρόσωπον προς πρόσωπον επικοινωνίαν, διότι υφίσταται ο κίνδυνος ο νέος, και δη ο έφηβος, να εγκλωβισθή εις μίαν εικονικήν πραγματικότητα και να δημιουργηθή εθισμός αλλά και απόμονωσις από την πραγματικότητα και την ζωήν.
Δι᾿ όσων είπομεν, εθίξαμεν ακροθιγώς ωρισμένα θέματα τα οποία ενδέχεται να σας απασχολούν ως υπευθύνους νεότητος των Ιερών Μητροπόλεών μας. Ασφαλώς υπάρχουν και πολλά άλλα θέματα τα οποία δύνανται και πρέπει να σας απασχολήσουν. Ίσως μάλιστα είναι ώριμοι αι συνθήκαι διά την πραγματοποίησιν ενός μονίμου συνδέσμου των υπευθύνων νεότητος των Ιερών Μητροπόλεων του Οικουμενικού Θρόνου, κατά το επιτυχές πρότυπον της αντιστοίχου ενότητος των υπευθύνων της Ποιμαντικής διά τον χώρον της Υγείας.
Δεν χρειάζεται να σας κουράσωμεν περισσότερον. Αι γενόμεναι νύξεις και η πείρα σας θα φέρουν εις το προσκήνιον και πολλά άλλα θέματα σχετιζόμενα με την αγωγήν της νεότητος, τα οποία όλα είναι εξόχως ενδιαφέροντα. Διότι, όπως γνωρίζετε, η κατάλληλος αγωγή της νεότητος αποτελεί προϋπόθεσιν διά την ανάδειξιν καλών ενηλίκων.
Με αυτάς τας σκέψεις και πατρικάς συμβουλάς και προτροπάς, ευχόμεθα καλήν επιτυχίαν εις τας εργασίας του Συνεδρίου μας και όπως ο αναστάς Κύριος τας ευλογήση πλουσίως, ώστε να είναι δι᾿ όλους εποικοδομητικαί και να συντελέσουν εις τον καλλίτερον συντονισμόν της διακονίας, την οποίαν προσφέρει η Εκκλησία μας εις την Ορθόδοξον Νεότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Σας ευχόμεθα τον θείον φωτισμόν εις το έργον σας και την διά των συζητήσεών σας συναγωγήν καλών και εφαρμοσίμων συμπερασμάτων ως προς την επιτυχεστέραν κατά Θεόν άσκησιν των λίαν υπευθύνων καθηκόντων σας.
Η Χάρις και το πλούσιον Έλεος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του εκ νεκρών Αναστάντος και την φθοράν και τον θάνατον του ανθρώπου διά της αναστάσεώς Του καταργήσαντος, είθε να ενοική πλουσίως εις τας καρδίας και τας διανοίας σας, και να κατευθύνη τα διαβήματα και τα έργα σας εις παν έργον αγαθόν και ευάρεστον τω Κυρίω. Αμήν.